Ας δούμε την πρόσφατη συνάντηση Τσίπρα - Τραμπ στο Λευκό Οίκο και όσα χολερικά γράφτηκαν. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, έχει δηλώσει στους οπαδούς και ψηφοφόρους του πως ο ΣΥΡΙΖΑ του 2015 δεν υπάρχει πια. Σε ερώτηση δημοσιογράφου (νομίζω) έχει απαντήσει πως «κρίνετε κάτι που δεν υπάρχει πια».
Η στροφή Τσίπρα προς την κανονικότητα, ενισχύεται με την κριτική που του ασκείται, αφού το μόνο που καταφέρνει είναι να πιστοποιήσει την μετάλλαξη, κάτι που αποτελεί εξαρχής επιδίωξη του κ. Τσίπρα - δεν την αρνείται, κάθε άλλο, προσπαθεί με όλες του τις δυνάμεις να πείσει πως αυτή είναι μόνιμη. Συγχαρητήρια λοιπόν στην αντιπολίτευση για τη «συμπαράσταση» στον αγώνα του.
Γιατί θέλει να πείσει ο κ. Τσίπρας πως άλλαξε; Οι λόγοι είναι δύο: ο δεύτερος είναι γιατί το χρειάζεται προς τις αγορές όσο και τους θεσμικούς παίκτες διεθνώς. Ο πρώτος λόγος, όμως, είναι πως χωρίς μία πειστική μεταστροφή, δεν θα καταφέρει ποτέ να καταλάβει μόνιμα τον πολιτικό χώρο που μέχρι το 2012 κατείχε το ΠΑΣΟΚ - η προοδευτική παράταξη, αυτή που σήμερα πολλοί αποκαλούν «κεντροαριστερά» βυθίζοντας την περαιτέρω, αφού έτσι της αφαιρούν κάθε ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα, όταν αντικαθιστούν το σοσιαλισμό με ένα γεωγραφικό στίγμα, που δεν σημαίνει τίποτα απολύτως.
Αν κάποιος προσθέσει και την ανυποληψία της διαδικασιολογίας αντί μίας γόνιμης πολιτικής αντιπαράθεσης στο δρόμο για την εκλογή νέου επικεφαλής της «κεντροαριστεράς», ενός φορέα-φαντομά αντί έστω της υφιστάμενης ΔΗΣΥ, χάριν συμμετοχής του κ. Θεοδωράκη, το πεδίο καθίσταται δώρο σε όποιον έχει κέφι να το κάνει δικό του - από τα δεξιά ή τα αριστερά.
Ποια θα ήταν η αποτελεσματική αντιπολίτευση;
Αυτή που θα χτύπαγε στο κέντρο της πολιτικής Τσίπρα - Καμμένου, αντιπροτείνοντας έναν άλλο δρόμο, συγκρούσεων με παθογένειες και συμφέροντα. Ελλείψει κάθε διάθεσης για τέτοιες συγκρούσεις, δεν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματικός αντιπολιτευτικός λόγος και η αντιπολίτευση μένει στην παραπολιτική και τη «γκρίνια» - αυτή που παίζει στο αφήγημα της κυβέρνησης, μακριά από ό,τι θα μπορούσε να βοηθήσει και άρα να ενδιαφέρει τους πολίτες. Στη μάχη εντυπώσεων, ο κ. Τσίπρας παραμένει κυρίαρχος.
Κι αν η προοδευτική παράταξη έχει κάποια δικαιολογία, όσο προσπαθεί να συνέλθει από το πατατράκ της κρίσης και τη λαίλαπα της «κεντροαριστεράς» και του «προοδευτικού κέντρου», η αξιωματική αντιπολίτευση του κ. Μητσοτάκη δεν έχει καμία. Με τα αντιμνημονιακά ψέματα του κ. Σαμαρά, αυτά που έστρωσαν το δρόμο για την άνοδο των Τσίπρα-Καμμένου, της ΧΑ και του κάθε Σώρρα, η συντηρητική παράταξη έμεινε όρθια παρότι ήταν αυτή που χρεοκόπησε τη χώρα το 2009. Η αποφυγή αποτελεσματικού αντιπολιτευτικού λόγου είναι η αποφυγή σύγκρουσης με τα προβλήματα, η αποφυγή κατάθεσης αντιπρότασης για τη χώρα. Με τι αφήγημα θα κατέλθει στις εκλογές; Του καλύτερου διαχειριστή του μνημονίου; Θα σας τα παίρνουμε, αλλά πιο γλυκά; Πιο δεξιά;
Τα ψέματα Σαμαρά για το πώς φτάσαμε στην κρίση, όπως παραμένουν και επί Μητσοτάκη, καλύπτουν αποτελεσματικά τον κ. Τσίπρα και τον κρατούν ζωντανό και επίκαιρο, αφού κάθε λάθος του απαντάται με συνωμοσιολογίες και μισές αλήθειες. Ο κ. Τσίπρας, μην έχοντας χρεωθεί ο ίδιος τίποτα για το καταστροφικό πρώτο εξάμηνο του 2015, παραμένει «το νέο παιδί που προσπάθησε κόντρα στο παλιό και την κρίση που αυτοί έφεραν». Δεν έφταιξαν οι προσλήψεις Καραμανλή, οι χαριστικές επιδοτήσεις, οι μισθοί στα golden boys/girls, η αδιαφάνεια, ο διπλασιασμός της φαρμακευτικής δαπάνης και τόσα άλλα. Για την κρίση φταίει το «παλιό», έτσι, γενικά και απροσδιόριστα.
Σε αυτό το πλαίσιο κατηγορείται ο κ. Τσίπρας για «κωλοτούμπες», με εκείνον να απαντάει «και πού είστε ακόμα. Σας ευχαριστώ για την επιβεβαίωση και την συγκάλυψη». Αν δεν αλλάξει κάτι, το μόνο που απομένει, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς Τσίπρα, είναι η πενιχρή απόδοση της ΝΔ στις επόμενες εθνικές εκλογές, όποτε τις αποφασίσει ο κ. Τσίπρας, η διάσπαση της «κεντροαριστεράς» για να υπάρξει κυβέρνηση και η ολοκληρωτική απορρόφησή της από τον ΣΥΡΙΖΑ.