Οι θέσεις των συντηρητικών εν γένει,
αρνούμενες την πολυπλοκότητα του σημερινού κόσμου, είναι μονολιθικές και
ακλόνητες, κάτι που στη δημόσια σφαίρα τις κάνει να μοιάζουν πιο στιβαρές όσων
δείχνουν έναν αναστοχασμό στις τοποθετήσεις τους. Όσων είναι διαλεκτικοί με μία
δύσκολη πραγματικότητα, προκειμένου να υπηρετήσουν τις αξίες τους με
διαλλακτικότητα.
Οι μετριοπαθείς
δύσκολα θα γίνουν «επιθετικοί» στο δημόσιο λόγο, ενώ πολλές φορές θα
υποχωρήσουν για να ελέγξουν εκ νέου τη σκέψη τους μπροστά σε αυτό που εμφανίζεται
ως ισχυρή πεποίθηση αλλά στην ουσία του δεν είναι κάτι άλλο από φτηνό λαϊκισμό.
Στην πολιτική, οι προοδευτικοί, οφείλουν να αντιληφθούν πως μία τέτοια στάση
αποτελεί «παράβαση καθήκοντος». Δεν υπάρχει ούτε αρετή, ούτε αξία στην
υποχώρηση από τις προοδευτικές αξίες, ειδικά όταν κάτι τέτοιο αφήνει ελεύθερο το
πεδίο στην ανάπτυξη των λαϊκιστών και των συνεπειών των πράξεων τους όταν
βρεθούν σε θέσεις εξουσίας. Πόσω μάλλον όταν η Ευρώπη απειλείται πλέον από την
διείσδυση υπερσυντηρητικών εθνικιστών, που εκμεταλλεύονται το κενό μίας κρίσης
αξιών, που μετουσιώνεται ή τροφοδοτεί μία παρατεταμένη οικονομική κρίση.
Η εύκολη, όσο και
λανθασμένη οδός, είναι η αντιγραφή των μεθόδων των λαϊκιστών από τους
προοδευτικούς, κάτι που οδηγεί σε εξομοίωση. Το άμεσο ερώτημα που προκύπτει,
είναι γιατί κάποιος να ψηφίσει την αντιγραφή αντί του πρωτότυπου. Το είδαμε
συχνά και στη χώρα μας, όσο βυθιζόταν ο χώρος του δημοκρατικού σοσιαλισμού,
πολιτικούς που εξύβρισαν μέρος των πολιτών με ανάρμοστες αξιολογικές κρίσεις,
την ίδια ώρα που σε συνθήκες συγκυβέρνησης υποχωρούσαν αδικαιολόγητα σε ό,τι
αφορούσε το πλέγμα αξιών του πολιτικού χώρου που εκπροσωπούσαν.
Στο παράδειγμα της
Ολλανδίας, πάλι σε συνθήκες συγκυβέρνησης, οι σοσιαλδημοκράτες βιάστηκαν να
ασπαστούν την ορμή ενός ψευδεπίγραφου όσο και σαρωτικού «ρεαλισμού» των
συντηρητικών. Το αποτέλεσμα ήταν αφενός πως λίγοι βρήκαν πλέον λόγο να τους
ξαναψηφίσουν, ειδικά υπό την απειλή επικράτησης του Βίλντερς, ενώ αφετέρου το
αξιακό κεφάλαιο αποψιλώθηκε από φίλιες πολιτικές δυνάμεις της αριστεράς και της
οικολογίας που έτσι κατάφεραν να δουν μεγάλη άνοδο στις δυνάμεις τους.
Θετικό παράδειγμα,
με πραγματικό ενδιαφέρον για το αποτέλεσμα της κάλπης, η στροφή που έκαναν οι
σοσιαλιστές της Γερμανίας με την υποψηφιότητα Σουλτς, μετά την συντηρητική
περίοδο επί Γκάμπριελ. Προσηνής λόγος, ειλικρινής ακόμα και σε ό,τι αφορά τον
ίδιο τον υποψήφιο προσωπικά, με αξιακή πυξίδα και όραμα σε ό,τι πρεσβεύει ο
συγκεκριμένος πολιτικός χώρος, θετικά αντί απολογητικά. Περιγράφει τι θα κάνει
και σε ποια βάση, αντί του γιατί δεν έκανε και γιατί δεν θα κάνει, χωρίς
αξιολογικές κρίσεις στη βάση κοινωνικών αυτοματισμών - χωρίς να καθυβρίζει το λαό
που επιθυμεί να εκπροσωπήσει και να υπηρετήσει.
Στην Ελλάδα, στην
πορεία εξόδου από την καταβύθιση των περασμένων ετών, η ελληνική
σοσιαλδημοκρατία οφείλει να επιλύσει άμεσα αυτά τα διλήμματα και να εμπιστευθεί
πρώτη πως οι αξίες της θα έχουν και εκλογικό αντίκρυσμα. Προϋπόθεση, να
εμπιστευθεί εκ νέου το λαό και την κρίση του, ένα λαό που οφείλουν να πείσουν πως
αυτές οι αξίες μπορούν να μετουσιωθούν σε χρήσιμες πολιτικές απέναντι στα
μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Όταν το επιτύχει, θα καταφέρει να
εγκαταλείψει και τον πολιτικά ουδέτερο όρο της «κεντροαριστεράς», που σήμερα
χωράει μέχρι και θαυμαστές του Άδωνη Γεωργιάδη, αν όχι τον ίδιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου