31.12.13

2014 – έτος δημοκρατίας;


Για να μην πλατειάσω, παίρνω τον ορισμό από το λεξικό του Τριανταφυλλίδη: «δημοκρατία είναι το πολιτικό σύστημα που στηρίζεται στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας και λειτουργεί με βάση τη βούληση της πλειοψηφίας των πολιτών».


Οι εκπρόσωποι αυτής της λαϊκής κυριαρχίας είναι ακόμα και σήμερα πεπεισμένοι πως δικαιωματικά ζουν έξω από τους κανόνες της πολιτείας που καλούνται να κυβερνήσουν. Δεν δεσμεύονται από νόμους και κανόνες, ενώ απαιτούν  η ηγεμονία τους σε όποια δομή προΐστανται να είναι καθολική. 

Οι υπερβάσεις δεν είναι προσωπικές αλλά χρονικές και διοικητικές, αφού «πριν και μετά από αυτούς, το χάος»· δεν αναγνωρίζουν το πριν, και σίγουρα δεν σχεδιάζουν το μετά. Η ερώτηση του «τί είναι μία δομή (και κατ’ επέκταση ένα κράτος) αν δεν έχει παρελθόν και μέλλον» δεν τους απασχολεί – είναι επικεντρωμένοι στο δικό τους εκλογικό/κομματικό «μετά». Το πλαίσιο, η διακυβέρνηση που δημιουργεί προοπτική, οι κανόνες είναι εμπόδια που προσπερνιούνται από τους έμπειρους και τους αρεστούς της πολιτικής.

Ενδέχεται να υπάρχει πλέον μία κρίσιμη μάζα της κοινωνίας που αναγνωρίζει τη σημασία του «εμείς» και αρνείται τόσο το να ιδιωτεύσει, όσο και το να ταυτίσει την πορεία της με το «μετά» του κάθε εκπροσώπου μέσα από σχέσεις ανταλλαγής/διαπλοκής. Το πρόβλημα είναι το πώς. 

Τα λαϊκά κινήματα έχουν απαξιωθεί όσο και οι εκπρόσωποι τους ενώ, παράλληλα, παρακολουθούμε καθημερινά την νεκρανάσταση του παλιού. Τη νεκρανάσταση όσων ελπίσαμε πως θα τελειώσουν μέσα από αυτή την κρίση, αποδεχόμενοι την θυσία και κάποιων «χλωρών» - οι περιβόητες «θυσίες και αδικίες» της προσαρμογής. Η αίσθηση είναι πως εξαιρέθηκαν τα ξερά, ότι σε αυτή την προσπάθεια εξυγίανσης κάηκαν μόνο τα χλωρά. Οι πολλοί και οι μικροί. 

Ούτε ηγέτες από το μέλλον, ούτε φαντάσματα του παρελθόντος θα δώσουν τη λύση· ούτε όσοι τα αποδέχονται ως αναγκαίο κακό. Το ζητούμενο είναι η εμφάνιση και η στήριξη δυνάμεων από τα κάτω, αφού τα από πάνω έχουν κατακλυσθεί από ό,τι πιο σαθρό είχε αυτή η κοινωνία να επιδείξει· χωρίς υστερίες, χωρίς «επαναστατικό» ολοκληρωτισμό, χωρίς μίσος, χωρίς μισαλλοδοξία, χωρίς διάθεση για εκδίκηση. Ίσως με «ριζοσπαστικό μέτρο».

Στο κλείσιμο του 2013, της τέταρτης χρονιάς σε αυτό το αργό σπιράλ θανάτου, η ευχή για το 2014 πρέπει να είναι μία ευχή για περισσότερη δημοκρατία – για μία άλλη δημοκρατία. Αυτή που ξεκινάει με μία άλλη εκπροσώπηση, που θα δουλέψει με αυτοθυσία για τη συλλογική προοπτική, αντί της άμετρης προσωπικής φιλοδοξίας και των αδιέξοδων όσο και καταστροφικών συμβιβασμών.

23.12.13

Είμαστε όλοι «τσόγλανοι»


Γιατί δεν ανταποκρίνεται (δημοσκοπικά) η κοινωνία στη «στάση ευθύνης» του ΠΑΣΟΚ και του σημερινού προέδρου της; Γιατί συνεχίζουν να πέφτουν τα ποσοστά του κινήματος παρά «το βάρος που σηκώνει» ο Ευάγγελος Βενιζέλος, στη «συγκυβέρνηση της ευθύνης», για «τη διάσωση της χώρας και την έξοδο της χώρας από την κρίση»; Γιατί δεν αναγνωρίζεται η αυτοθυσία του ανδρός;

Αυτά και άλλα πολλά αντίστοιχα πρέπει να βασανίζουν τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, όπως φαίνεται και από τις συχνές ομιλίες του και εμφανίσεις στα ΜΜΕ, και μάλλον κατέληξε στο γιατί.

Η κοινωνία δεν ανταποκρίνεται στη «στάση ευθύνης» του Ευάγγελου Βενιζέλου, γιατί η κοινωνία έχει «εκτσογλανοποιηθεί»· από τον ΣΥΡΙΖΑ. Είμαστε τσόγλανοι – αυτή είναι η απάντηση στα «γιατί» του Αντιπροέδρου της κυβέρνησης, και υπουργού των εξωτερικών. Αυτό μάλλον εξηγεί και το γιατί μας μαλώνει τόσο τακτικά από άμβωνος. 

Έκλεισε το λόγο του στην ΚΠΕ του ΠΑΣΟΚ λέγοντας: «... το κίνητρό μου είναι αποκλειστικά και βαθιά ιστορικό. Όποιος δεν καταλαβαίνει το επίπεδο θεσμικής, εθνικής, παραταξιακής ευθύνης στο οποίο κινούμαι μαζί σας, μπορεί να ανοηταίνει, ή να ασχημονεί αλλά δεν με αγγίζει.» 

Κανένα λάθος από μεριάς του, ή του ΠΑΣΟΚ. Είμαστε τσόγλανοι - γι’ αυτό δεν τον καταλαβαίνουμε, αλλά «δεν τον αγγίζει». 

Πριν μερικές μέρες, στην Βουλή αν δε με γελάει η μνήμη μου, είπε πως εκείνος προσωπικά δεν το χρειάζεται όλο αυτό – το βάρος – ότι θα μπορούσε να είναι μεγαλοδικηγόρος, πως άφησε πίσω του μία καριέρα στο ελεύθερο επάγγελμα. Για να το λέει έτσι πρέπει να είναι, αλλά απορώ για το πότε: γεννήθηκε το 1957, τελείωσε τις σπουδές το 1980 έχοντας διατελέσει στέλεχος των φοιτητικών οργανώσεων του ΑΠΘ και της ΕΦΕΕ, και λίγο μετά ξεκινάει μία πανεπιστημιακή καριέρα που τον οδήγησε στα πρώτα έδρανα της πολιτικής για περισσότερο από δύο δεκαετίες. 

Από το 1993 διετέλεσε υπουργός Οικονομικών, υπουργός Πολιτισμού δύο φορές (συμπεριλαμβανομένης της πολιτιστικής Ολυμπιάδας), υπουργός Ανάπτυξης, υπουργός Δικαιοσύνης, υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών, υπουργός Τύπου και Μ.Μ.Ε., κυβερνητικός εκπρόσωπος, και υφυπουργός Προεδρίας Κυβερνήσεως, ενώ σήμερα είναι αντιπρόεδρος της κυβέρνησης (για δεύτερη φορά) και υπουργός Εξωτερικών.

Η αλήθεια είναι πως ο Ευάγγελος είναι ένας αριστοκράτης, της πολιτικής. Θα έγραφα ο «σύντροφος Ευάγγελος» αλλά δεν μου πάει, αφού ουδείς σύντροφος στράφηκε ποτέ εναντίον της κοινωνίας για να εξηγήσει την μη απήχηση της πολιτικής του. Το ήθος των προκατόχων του θα επέβαλλε την παραίτησή τους αν βρίσκονταν ποτέ στη θέση του, όχι την επίθεση με χαρακτηρισμούς και μάλιστα προς όλη την κοινωνία συλλήβδην. Μπορεί να μην είχαν το πολιτικό βάρος του Ευάγγελου Βενιζέλου, με τα «ανεξάντλητα αποθέματα, ψυχικής και πολιτικής αντοχής» όπως είπε στην ΚΠΕ. Μία άλλη εξήγηση είναι πως εκείνοι σίγουρα δεν ήταν «τσόγλανοι», της πολιτικής.


Όποιος νομίζει ότι μπορεί να ξαναχτίσει την Κεντροαριστερά γύρω από τέτοια ναπολεόντεια συμπλέγματα, θα πρέπει να το ξανασκεφτεί. Κατανοητές οι πρακτικές λεπτομέρειες που καμιά φορά καταλαμβάνουν τη σκέψη μας, αλλά εδώ υπάρχει θεμελιώδες λάθος. Ο άνθρωπος δεν είναι καν δεξιός/συντηρητικός – όπως ο Μάκης Βορίδης – αλλά βρίσκεται πέρα από το χαρτογραφημένο πεδίο της πολιτικής· στον πλανήτη Ευάγγελος. Μπορεί να μην γίνει ποτέ σαφές σε εκείνον, και ως εκ τούτου να έχει το ακαταλόγιστο για να συνεχίσει να πορεύεται με το Εγώ του, αλλά οι υπόλοιποι δεν έχουν καμία δικαιολογία.

21.12.13

Ευρώπη, σωτηρία, πτώχευση και εκλογές


Από τη μία μεριά βιώνουμε ατομικά ο καθένας μας το «μονόδρομο» της φορολογικής αφαίμαξης (χωρίς καμία προσδοκία περικοπής δημοσίων δαπανών ή αύξησης ατομικού εισοδήματος), και το ενδεχόμενο πλειστηριασμού, βαρύτατων προστίμων, ακόμα και προσωποκράτησης αν δεν ανταποκριθούμε σε αυτά· είτε μπορούμε, είτε όχι.

Από την άλλη υπάρχει η Ευρώπη, το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, η ιδέα(;) της σύγκλησης και τα αναποφάσιστα ευρωπαϊκά όργανα που κοιτάζουν μακροοικονομικά το πού θα προσγειωθεί η χώρα. Το Μάιο θα κληθούμε να δώσουμε ψήφο εμπιστοσύνης σε αυτή την Ευρώπη, με την ψήφο μας, επιλέγοντας μεταξύ εθνικοφρόνων και ευρωπαϊστών. Πώς;

Ο παραλογισμός του Γερμανικού μονεταρισμού, αυτού που αποσυνδέει τη χώρα από το άθροισμα των πολιτών της, θα φέρει καταστροφικά αποτελέσματα στην κάλπη. Όχι από μόνος του φυσικά – δεν «φταίει η Μέρκελ» για όλα. Τη μεγαλύτερη ευθύνη τη φέρει η ελληνική μεταρρυθμιστική αβελτηρία. Εσωτερικό ζήτημα είναι η προσπάθεια παλινόρθωσης ό,τι σάπιου υπήρχε στη χώρα, αντί της ειλικρινούς επιδίωξης εξυγίανσης του τόπου.

Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι στο Γερμανικό θαύμα των πλεονασμάτων, των πλεονασμάτων ως αποτέλεσμα και της συσσώρευσης των ελλειμμάτων του Νότου, η φτώχεια σημείωσε νέο ρεκόρ το 2012 ξεπερνώντας το 15%. 

Σύμφωνα με την ομοσπονδιακή έκθεση του 2013, ένας στους εφτά είναι φτωχός ή απειλείται από φτώχεια με εισόδημα που βρίσκεται στο 40% του μέσου εισοδήματος, ενώ η φτώχεια ανεβαίνει παράλληλα με τη μείωση της ανεργίας! Το απόλυτο παράλογο, σύμφωνα με ό,τι έχουμε συνηθίσει να λέμε και να προσδοκούμε στην Ευρώπη. Καθόλου παράλογο, φυσικά, για τον αναπτυσσόμενο κόσμο των sweat shops. 

Ποιός υποψήφιος ευρωπαϊστής θα δώσει ειλικρινείς διαβεβαιώσεις στους δυνάμει ψηφοφόρους του ότι η Ευρώπη δεν διολισθαίνει ηθελημένα σε πρακτικές και συνθήκες διαβίωσης Κίνας, ή έστω ενός αμερικανικού μοντέλου που καταψηφίστηκε με την εκλογή Ομπάμα. Την ώρα που οι Ηνωμένες Πολιτείες πασχίζουν να προσεγγίσουν το Κοινωνικό Κράτος, ένα ευρωπαϊκό κεκτημένο, εδώ μοιάζει να το εγκαταλείπουμε.


Στο «για ποιά Ευρώπη μου μιλάς», ο πολιτευτής του Μαΐου δεν θα έχει πειστική απάντηση. Όποιος νομίζει ότι διλήμματα του τύπου «Ευρώ ή Δραχμή» θα εκβιάσουν τη συναίνεση σε αυτή τη στροφή παίρνει μεγάλο ρίσκο. Ο αντιευρωπαϊκός λόγος έχει εξελιχθεί από τους άστοχους αλαλαγμούς του όποιου Farage, και ζητά απαντήσεις που ουδείς μπορεί να δώσει αφού η καθημερινότητα των πολιτών τη διαψεύδει.

Στην Ελλάδα του brain drain (όταν για δεκαετίες επενδύσαμε ατομικά και συλλογικά στην παιδεία), της διαρκώς μειούμενης προσδοκίας και της ανεργίας, το πολιτικό προσωπικό αναλώνεται σε διαξιφισμούς για τους όρους φτωχοποίησης αντί να επικεντρώνεται σε όσα θα μπορούσαν να βελτιώσουν άμεσα και μεσοπρόθεσμα την οικονομία και την καθημερινότητα. 

Τα ψευτοδιλήμματα που θέτουν καθημερινά, κραυγάζοντας από τα τηλεοπτικά στούντιο, προσθέτουν θόρυβο και αγωνία. Είναι μία ακόμα επιβάρυνση στο αδιέξοδο, αντί να προσπαθήσουν να προσεγγίσουν τα πραγματικά προβλήματα, τα πρακτικά στο εσωτερικό, και τα ευρύτερα πολιτικά στην Ευρώπη.

Περιοριστήκαμε στην ικεσία της δόσης, αυτής που λέει «δεν μπορώ να πάρω άλλα μέτρα», και στο παρασκήνιο ξαναστήνουμε όποιο παράσιτο έχει απομυζήσει το κράτος εξαγοράζοντας θεσμούς και δαίμονες. 

Σύμφωνα με το τελευταίο Ευρωβαρόμετρο «το 77% των Ελλήνων δεν εμπιστεύεται την Ε.Ε., ενώ το 79% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι έχει και η Ευρώπη ευθύνη για την κρίση». Η κατάληξη των ευρωεκλογών του Μαΐου και το τί ευρωκοινοβούλιο θα παράξουν είναι προφανής, αν δεν είσαι με το κεφάλι χωμένο στην άμμο του πολιτικού συστήματος. Μόνο, μία χάρη: μην κατηγορηθεί η ψήφος του κόσμου. Ουδείς του πρόσφερε άλλη επιλογή.

16.12.13

Δεν έχω μούτρα...



«Αν ήταν η γενιά μου να σώσει τον τόπο θα το είχε ήδη κάνει». Αυτή ήταν η αποστομωτική απάντηση που πήρα από ένα μεγαλύτερο μου άνθρωπο της πολιτικής, σε μία συζήτηση για την αναγκαιότητα εμπλοκής των 28-45 στην πολιτική.

Συντηρητικός είναι αυτός που δεν κατανοεί την εξέλιξη του κόσμου γύρω του· ενδεχομένως την αντιλαμβάνεται αλλά τον ενοχλεί, αν δεν τον φοβίζει. Προοδευτικός είναι αυτός που δεν περιορίζεται στην κατανόηση των αλλαγών αλλά δρα θετικά, ακόμα και με υπολογισμένο «άλμα στο κενό», για να πάει στο επόμενο επίπεδο.

Στην Ελλάδα του ημίμετρου, πλεονάζουν οι ψευτο-προοδευτικοί: αυτοί που διαπιστώνουν σε κάθε ευκαιρία τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν, αλλά στην πράξη κλειδώνουν τη συνέχιση του χθες. Οι υποκριτές της πολιτικής.

Μακράν οι χειρότεροι, όμως, είναι άλλοι· όλοι όσοι οφείλουν είτε λόγω γενιάς, είτε λόγω θέσης και αντιλήψεων να γίνουν φορείς του «νέου» και αδρανούν. Ναι, κάποιοι «οφείλουν» να δράσουν, με προφανή εργαλεία και βήματα. Είναι οι χειρότεροι γιατί γνωρίζουν, επίσης, πως η ουδέτερη παρουσία τους στην πολιτική δικαιώνει όσους υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει εναλλακτική στο χθες που παλεύουν να διατηρήσουν· με όποιο κόστος.

Διαβάζω παρακλητικά άρθρα για τη «συμμετοχή των νέων στην πολιτική» και οικτίρω την γενιά μου. Πότε διεκδίκησαν αυτή τη συμμετοχή, πότε τόλμησαν να χτίσουν κοινωνικές αναφορές, ή να μετρηθούν οι ιδέες και άρα το δικαίωμα της εκπροσώπησης των πολιτών στη Βουλή ή την διακυβέρνηση; Μέσα από κομματικές νεολαίες; Αυτές τις κομματικές νεολαίες; Στο συνδικαλισμό; Στις τοπικές, έστω, εκλογές; Πού;

Μπορεί να έχει δίκιο ο συνομιλητής μου που δεν βλέπει φως στη γενιά του αλλά δεν έχω μούτρα, για την ώρα, να του πω πως βλέπω φως από την δική μου. Δια της προσκολλήσεως στο παλιό, χωρίς καθαρή θέση, χωρίς κατεύθυνση και διάθεση «να φας τα μούτρα σου» ξανά και ξανά μέχρι να πετύχεις, δεν θα πάμε πουθενά. Μόνο για την αφομοίωση σου μπορείς να ελπίζεις – μέχρι εξαφάνισης – ως γενιά, και ως πρόσωπα. Κι η σκυτάλη στους επόμενους, για να σε τσακίσουν όπως σου αξίζει.


15.12.13

Έχουμε τρελαθεί εντελώς;


Μπορεί όχι όλοι, και μπορεί όχι τελείως, αλλά πλησιάζουμε στην ολοκληρωτική τρέλα. Πόσο μακρυά απέχει αυτό από τη μη κυβερνήσιμη πολιτεία και την πολιτειακή αποτυχία ας το πουν οι ειδικοί – έτσι κι αλλιώς έχει μικρή σημασία από τη στιγμή που αρχίσαμε να παίζουμε με τα όρια. Χωρίς διακύβευμα.

Strait-Jacket (1964)
Το διακύβευμα που, ακόμα και σήμερα, δεν έχει οριστεί, περιγραφεί και εξηγηθεί στους πολλούς. Μας έχει διαφύγει αυτή η «λεπτομέρεια» εν μέσω κοινωνικού αυτοματισμού και πόλωσης πάνω στα δευτερεύοντα της οικονομίας. 

Ακόμα και η ευκαιρία για μία εξαναγκαστικά συλλογική συζήτηση πάνω στα σημαντικά, αυτή της πρότασης για δημοψήφισμα, ξεφτιλίστηκε από τους εταίρους μας στις Κάννες (γιατί χάλασε το επικοινωνιακό πανηγύρι του Νικολά Σαρκοζύ για τη Γαλλία που ανακάμπτει), ενώ την αποτελείωσε η εγχώρια διαπλοκή για τους δικούς της λόγους: τη συνέχιση της κυριαρχίας της μέσα από την διατήρηση του παλιού.

Ήταν βασικό σε αυτή τη μάχη καθήλωσης στο παρελθόν να μην γίνει καμία ουσιαστική και ειλικρινής δημόσια συζήτηση για το πού είμαστε και το πού πρέπει να πάμε. Έτσι, ο δημόσιος διάλογος διαμελίστηκε επικοινωνιακά από τα ΜΜΕ και τις αναμενόμενες κομματικές δυνάμεις που μόνο είχαν να χάσουν από τη μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό. 

Οι λογαριασμοί που δεν σταμάτησαν να τρέχουν από κάπου έπρεπε να πληρωθούν. Η λύση όσων κούρσεψαν το κράτος μέχρι που το στέγνωσαν ήταν η ιδιωτική περιουσία για τα τρέχοντα, και η δημόσια για το χρέος. Οι μεταρρυθμίσεις που θα άλλαζαν τη σχέση χρέους με το ΑΕΠ, αυτές που θα επέτρεπαν την εισροή επενδυτικών κεφαλαίων στη χώρα δεν έγιναν. Αντ’ αυτών επιλέχθηκαν μέτρα που έτρεψαν και τα υπάρχοντα κεφάλαια σε φυγή στο εξωτερικό, ενώ οι εγχώρια διαπλοκή προσπαθεί να μοιράσει τη δημόσια περιουσία με τους δικούς της όρους, στους δικούς της «επενδυτές».

Έτσι, εμφανίζεται σήμερα ένα παράλογο κράτος που επιβάλλει φόρους που ξέρει πως δεν γίνεται να πληρωθούν, οδηγώντας βιαίως τους πολίτες στην πτώχευση. Δεν είναι το κράτος όμως που τα κάνει όλα αυτά. Είναι το πολιτικό προσωπικό, οι άνθρωποι που ακόμα και σήμερα δεν δέχονται καμία συνέπεια των αποφάσεων τους. Ακόμα κι αν καταψηφιστούν από το λαό παραμένουν κρατικοδίαιτοι «παίκτες», διορίζονται σε θέσεις κλειδιά στο δημόσιο και συνεχίζουν την καριέρα τους.

Πλησιάζουμε το σημείο χωρίς επιστροφή, το σημείο στο οποίο ούτε η αλήθεια θα είναι αρκετή για να συγκρατήσει την οργή που χτίζεται όλο αυτό τον καιρό. Μαζί με την ανεργία, την ανασφάλεια και την ανέχεια το κοκτέηλ είναι εκρηκτικό.

Η μόνη λύση είναι στην αναδιοργάνωση του κράτους και τη λειτουργία και της δικαιοσύνης, και μέσω αυτών της επανεκκίνησης της κοινωνίας μας, αλλά δεν το βλέπω.

13.12.13

Διαζύγιο


Μια μέρα θα τσακωθώ με ό,τι αγαπώ μπας κι αναπνεύσω/ Δική μου πόρτα για να βγω/ Μπας και μπω/ Όσο έχω πόδια και καιρό.

Αριθμοφαγία


Πενηνταοχτώ/Τον Αχιλλέα τον Μητσό τον έφαγαν ήδη/ Έντεκα από εικοσιεφτά, που ήτανε τριαντατρείς, πάνε να φάνε τον Έναν που ήτανε λειψός/ Ένας άλλος ταξιδεύει/ Ένας άλλος μηχανεύει/ Ένας άλλος μαθαίνει αγγλικά/ ένας άλλος ψάχνει τον Έναν/ Κι ο Ένας άφαντος/ Τον φάγανε νωρίς/ Και είναι αργά/ Γαμώτο.

Ζωή χωρίς νόημα – τρία γράμματα


Το ταξικό αφήγημα της φορολογίας ακινήτων έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ να συμφωνεί με τη ΔΡΑΣΗ/ Η Αριστερά δεν έχει πρόταση, για πρώτη φορά στην ιστορία της, τώρα που δείχνει πως θα κυβερνήσει/ Η Κεντροαριστερά θέλει να ενωθεί κάτω από την κάπα του παπά-Ευάγγελου/ Η αριστερότερη Κεντροαριστερά κοιτάζει πώς θα κλέψει την κάπα/ Η φιλελεύθερη δεξιά βάλθηκε να αποδείξει πως δεν υπάρχει φιλελευθερισμός στη Δεξιά (το μόνο θετικό)/ Πας μη 58άρης βάρβαρος/ Τα κονκλάβια είναι το μέλλον/ Η δουλειά σου είναι παρελθόν/ Μόνο η Εκκλησία σώζει/ Και ο Στουρνάρας/ Να είναι καλά να βάζει φόρους για να δανείζουν οι τράπεζες τα ΜΜΕ/ Η Γερμανία θα επιδιώξει την επιστροφή αρμοδιοτήτων στα κράτη-μέλη/ Ζήτω η ΕΟΚplus/ Ένωση Τραπεζών αντί λαών/ Γίνε εσύ το Χρηματιστήριο που θες/ Τί θα πει δεν είσαι κερδοφόρος;/ Δημόσιο αγαθό είναι ό,τι μπορεί να μετρήσει ο Προβόπουλος/ Για τα άλλα υπήρχε η VISA/ Μαζί τα φάγανε/ Δώσε μου Καβάφη/ Με φάγανε οι Κύκλωπες και μάλλον φταίω/ Εγώ τους κουβάλησα/ Αυτό είναι το μόνο βέβαιο.


4.12.13

Τί αμαρτίες πληρώνω;



Όσο είχαμε πέντε δεκάρες στην τσέπη μας πληρώναμε τα κερατιάτικα αδιαμαρτύρητα· ή σχεδόν αδιαμαρτύρητα. Ήθελες παιδεία; Πήγαινες το παιδί σου στο σχολείο που έγραφε την ύλη του υπουργείου στα παλιά του τα παπούτσια, αλλά το ετοίμαζε καλά για τα πανεπιστήμια του εξωτερικού. Αρρώσταινες; Πήγαινες στον ιδιωτικό γιατρό κι αν τα πράγματα ήταν σοβαρότερα «έφευγες έξω», κατά προτίμηση εκεί που είχες ήδη στείλει το παιδί σου να σπουδάσει.

Προετοιμαζόσουν για τα γηρατειά σου; Ή έφτιαχνες κομπόδεμα, ή αγόραζες ακίνητα με καλό νοίκι, ή αγόραζες κάποιο πακέτο από την εταιρεία που σου παρείχε ήδη υπηρεσίες υγείας. Πολλές μεγάλες εταιρείες δε, προσέφεραν τα παραπάνω στα στελέχη που ήθελαν να προσελκύσουν ως μέρος του πακέτου – της αμοιβής. Πλήρωνε δηλαδή η εταιρεία δημόσια ασφάλιση επειδή την υποχρέωνε ο νόμος και ιδιωτική ασφάλιση για να παρέχει πραγματικές υπηρεσίες υγείας. 
Κάπου εκεί αρκετές εταιρείες (και ιδιώτες) έβαλαν στο πακέτο και μία παράκαμψη σε αυτή την τρέλα χρησιμοποιώντας τα οικονομικά «εργαλεία» (φοροαποφυγής ή φοροδιαφυγής) της Κύπρου και όχι μόνο.

Ήταν η εποχή που σύμφωνα με τον κ. Πάνγκαλο «μαζί τα τρώγαμε». Μπορεί κάποιοι να τα τρώγανε μαζί, αλλά οι περισσότεροι απλά τα πληρώνανε μαζί. Και ναι, κάποια από αυτά επέστρεφαν στην αγορά οπότε εμμέσως «έφαγαν» και άλλοι από τα κερατιάτικα.




Σήμερα που τα λεφτά δεν φτάνουν ούτε για ιδιωτική εκπαίδευση, ούτε για ιδιωτική υγεία, ούτε για ιδιωτική σύνταξη, η κυβέρνηση έχει επικεντρωθεί στο να πληρωθούν οι αμαρτίες δεκαετιών χωρίς να ακουμπήσουν καμία από τις παθογένειες, χωρίς να βελτιώσουν ούτε κατ’ ελάχιστο τις υπηρεσίες που λαμβάνει ο κόσμος που τις πληρώνει. 

Στα ΑΕΙ ο υπουργός ξήλωσε το νόμο Διαμαντοπούλου για να εξυπηρετήσει τους λίγους ενώ στη συνέχεια επιχείρησε να τσιμπήσει τη μοριοδότηση των διοικητικών υπαλλήλων για να την αποφύγουν οι δικοί του. Ο κ. Πελεγρίνης είναι απλά ένα ακόμα ανέκδοτο σε μία ιστορία που σε καμία περίπτωση δεν κινήθηκε για να βελτιωθούν οι σπουδές και η έρευνα.

Στην υγεία και την πρόνοια, τα ίδια. Κυνηγάμε τη μείωση της δαπάνης μέσα από το κλείσιμο δομών και την αύξηση της συμμετοχής του ασφαλισμένου, αλλά δεν γίνεται καμία προσπάθεια βελτίωσης των προσφερόμενων υπηρεσιών, γιατί προφανώς αυτό θα ακουμπούσε πάλι μειοψηφίες, όπως αυτές των «ευγενών ταμείων» και των επαγγελματιών της υγείας.

Από την μεριά του ο πολίτης οφείλει να συνεχίσει τις πληρωμές του προς αυτό το κράτος είτε έχει εισόδημα, είτε μετράει κέρματα για να αγοράσει το γάλα της ημέρας, είτε κάνει ουρά σε μία από τις δομές που δίνουν τρόφιμα και ρούχα. Στην περίπτωση των ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ δε, κινδυνεύουν πλέον με φυλάκιση αφού θα πρέπει ή να κλείσουν τα βιβλία τους (και άρα να μην ξαναπάρουν νομίμως καμία δουλειά) ή να πληρώσουν εισφορές σε ένα εισόδημα που δεν έχουν πια. Για να μην πάμε σε περιπτώσεις σαν αυτή της Ζωής Κλάδη, που φυλακίστηκε για δέκα ημέρες για ένα τροχαίο πρόστιμο που δεν έπρεπε να της έχει επιβληθεί ποτέ.


Είναι σημαντικό, η όποια δημοσιονομική προσαρμογή να γίνεται συγχρόνως με όρους εξυγίανσης των δομών και των τελικών υπηρεσιών που λαμβάνουν οι πολίτες που τις χρηματοδοτούν. Δεν είμαστε στο 2010 και δεν δικαιολογείται πλέον η έλλειψη σχεδιασμού. Δεν δικαιολογείται πλέον το «έκτακτο» της κατάστασης, αυτό που επέβαλλε το χαράτσι στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, το χαράτσι που η κυβέρνηση επιχειρεί τώρα να μονιμοποιήσει, επιτιθέμενη. Αλήθεια, σε ποιούς και γιατί; Με ποιό αντίκρισμα και ποιά υποσχετική;


Σε κάθε μελέτη που κατατάσσει τα παιδιά μας στις κατώτερες θέσεις εκπαίδευσης, σε κάθε περιπέτεια υγείας που καταλήγει σε οικονομικό αδιέξοδο, σε κάθε «επίθεση» προς τον πολίτη υπό την απειλή της προσωποκράτησης θα πρέπει η κυβέρνηση να έχει μία απάντηση και αυτή δεν μπορεί να είναι το «σιωπή – σώζουμε τη χώρα». Οφείλει να είναι κάποια απάντηση που εξηγεί τη βελτίωση στις υπηρεσίες και το αύριο, αντί της δαιφαινόμενης υπόγειας συμφωνίας με τους ημετέρους του κάθε τομέα, ή της ανικανότητας σχεδιασμού. 

Πρωτοσέλιδο «Βουτιά 17 θέσεων των Ελλήνων μαθητών από τον ΟΟΣΑ» και χαράτσι δεν πάνε μαζί, και δεν θα τα παντρέψει κανένας μηντιακός χειρισμός γιατί ο τελικός λογαριασμός, σε ό,τι αφορά τον πολίτη, γίνεται στις εφορείες και τα ταμεία, τα σχολεία και τα νοσοκομεία. Kι αυτός σήμερα μυρίζει έντονα πολιτειακή κατάρρευση, είτε βγάλει το ΥΠΟΙΚ πρωτογενές πλεόνασμα, είτε όχι.


2.12.13

Η Κεντροαριστερά ως είχε είναι νεκρή



Η Κεντροαριστερά ως είχε είναι νεκρή. Δεν έχει ούτε «όμως», ούτε «αλλά» - είναι νεκρή. Όποιος έχει πιαστεί στα γρανάζια της ανάνηψής της χωρίς να έχει «θάψει» το παλιό θα δυσκολευτεί, σε όποια υπο-ομάδα της κι αν ανήκει.

Η κοινή γνώμη μετατέθηκε από μόνη της, χωρίς τους πολιτικούς, όπως και τα αιτήματα. Όσο αυτά τα αιτήματα δεν βρίσκουν ρεαλιστική έκφραση θα ανεβαίνει ο αντιδραστικός λόγος, κλιμακώνοντας την πολιτική κρίση τόσο στο πεδίο της εκπροσώπησης, όσο και της διακυβέρνησης.

Μέρος των νέων αιτημάτων αφορούν τον τρόπο διακυβέρνησης, και τα βήματα που χρειάζονται προς την ανοιχτή διακυβέρνηση και τη συμμετοχή. Και είναι απολύτως λογικό στο πλαίσιο της ανοιχτής κοινωνίας, που κάθε άλλο παρά «εξωτικό φρούτο» είναι πια. Οι αγκυλώσεις είναι κυρίως συστημικές με την Εκκλησία, τα κόμματα και το ευρύτερο πολιτικό σύστημα να κρατούν τα σκήπτρα αυτής της μάχης υπέρ της οπισθοδρόμησης και της συντήρησης.

Καμία προσπάθεια για την ανασύσταση οποιουδήποτε πολιτικού χώρου δεν πρόκειται να φέρει καρπούς αν δεν γίνει με όρους «ανοιχτούς». Οι μάχες χαρακτηρισμών, ανταλλαγής δηλώσεων και εν κρυπτώ διαβουλεύσεων δεν πείθουν για τις αρετές ενός εγχειρήματος, ενώ βλάπτουν συνολικά την πολιτική.

Στην τελική, οι μόνες «κόκκινες γραμμές» είναι αυτές που θέτει η αντιληπτική ικανότητα των υποκειμένων, ατομικά και συλλογικά. Πάντα έτσι ήταν, με μία διαφορά, στο κάδρο της σημερινής κρίσης: η αστοχία αυτών των κόκκινων γραμμών δεν περιορίζεται πλέον στο υποκείμενο ή το φορέα που αυτό εκπροσωπεί, αλλά βάλλουν το σύνολο της κοινωνίας μέσα από την απαξίωση της πολιτικής.

Η δε, υπερπληθώρα λέξεων για να περιγραφεί αυτό που δεν υλοποιείται, μόνο οργή φέρνει. Όπως και τα ψέμματα που επιχειρούν μάταια να καλύψουν όσες πρακτικές κινούνται σε αντίθετη φορά από όσα διακηρύσσονται για δεκαετίες από το πολιτικό προσωπικό, μόνο για να ανακαλυφθεί μετά από (λίγο ή πολύ) καιρό η σκοπιμότητα που οδήγησε κάθε πράξη, και να μπούμε σε νέο κύκλο δελτίων τύπου και κοινοβουλευτικών «δεκάρικων» που δηλητηριάζουν τη χώρα αντί να την οδηγήσουν προς ένα ξέφωτο.

Τα ίδια ισχύουν φυσικά και για την Κεντροδεξιά, και δεν αργεί ο χρόνος που τα ίδια προβλήματα θα την φέρουν εκεί που είναι η Κεντροαριστερά σήμερα· το έδαφος που υποχωρεί είναι κοινό άλλωστε, απλά δεν έχει χαθεί ακόμα κάτω από τα πόδια της. 

Μέχρι τότε, καλό θα ήταν να έχει αποφασίσει η Αριστερά και η Σοσιαλδημοκρατία τί κουστούμι θα φορέσουν. Ειδάλλως, το κενό θα καλυφθεί από τα συνήθη πολιτειακά τέρατα, και η ευθύνη μόνο «κοινή» δεν θα είναι. Γιατί είναι δουλειά του πολιτικού να κάνει deliver κάποια στιγμή, χωρίς να κρύβεται πίσω από τη συλλογική ευθύνη και τα «μαζί τα φάγαμε».

Translate