Πέρσι πήγα στο σχολείο μου, για πρώτη φορά μετά από 23 χρόνια. Μπήκα στο αμφιθέατρο, γονιός πια, με τα παιδιά και τη γυναίκα μου. Θα νόμιζε κανείς ότι 23 χρόνια είναι πολλά, αλλά κάτι τέτοιες στιγμές σε κάνουν να αναθεωρήσεις κάθε εμπειρία του χρόνου.
Είχε την ίδια οροφή, τις ίδιες καρέκλες, την ίδια σκηνή στην οποία είχα ανέβει σε πρόβες για γιορτές και παραστάσεις. Το θολό κάδρο με την σημαία του Πολυτεχνείου ήταν κι αυτό εκεί, 38 χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση. Κοιτώντας το ξανάγινα 40άρης. Θυμήθηκα τον Αντώνη Μωραΐτη, όχι με το δέος του μαθητή, αλλά με την εκτίμηση προς έναν ακραιφνή προοδευτικό που δεν φοβήθηκε να βάλει το συγκεκριμένο στον τοίχο ενός αστικού ιδιωτικού σχολείου εκείνη την εποχή.
Κάθε χρόνο, η γιορτή του Πολυτεχνείου ετοιμαζόταν με ευλάβεια, για τα θύματα και το πολίτευμα - η δημοκρατία ως θέσφατο, και η γιορτή της επετείου σαν ετήσια προσευχή. Η αφήγηση ήταν Ευαγγελική, όχι ως ευκαιρία επανεκτίμησης του σήμερα. Οι συνδέσεις με το παρόν γινόντουσαν λιγότερο με μισόλογα πολιτικοποιημένων καθηγητών και περισσότερο με την αυστηρότητα στο βλέμμα τους, λες και αυτοί ήταν το Πολυτεχνείο... Λες και κανείς άλλος δεν συνέβαλλε στην πτώση του καθεστώτος, πόσω μάλλον η φθορά του ίδιου του συστήματος τότε.
Καμία ιστορική διασύνδεση του πριν με το μετά. Μπορεί η Αριστερά να πήρε την πτώση της δικτατορίας παραμάσχαλα ως δική της, αλλά η Δεξιά έκανε την χειρότερη ζημιά επιβάλλοντας την πιο συντηρητική αφήγηση, αυτή της αγωνιστικότητας όσων αντιστάθηκαν χωρίς καμία άλλη ανάλυση. Η Αγωγή του Πολίτη ως μάθημα, δεν ήταν διαφορετική από τα θρησκευτικά, ενώ οι εκλογές των 15μελών συμβουλίων και η λειτουργία τους, δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ ως εργαστήρια δημοκρατίας. Εξουσία και άδειες από την σημαία κέρδιζαν οι επιτυχόντες στις εκλογές αυτές, όχι πολύ διαφορετικά από το σημερινό συνδικαλιστικό κίνημα. Αυτή ήταν η εποχή - αυτή είναι η Μεταπολίτευση.
Καμία ανάλυση - μόνο βεβαιότητες και θέσφατα.
Προχωρήσαμε όμως από τότε. 38 χρόνια μετά, ζούμε σε μία διαφορετική Ελλάδα, σε ένα διαφορετικό κόσμο γεμάτο νέες ιδέες και νέους τρόπους. Το κάδρο στο τοίχο δεν είναι πια ένδειξη προοδευτικής/ανοιχτής διάθεσης απέναντι στη σύγχρονη ιστορία μας αλλά μία τροχοπέδη - μία στιγμή παγωμένη - και το αμφιθέατρο χρονοντούλαπο. Τέσσερις δεκαετίες μετά, εξαντλήσαμε κάθε εκδοχή της "αγωνιστικότητας" του Έθνους, αντίστοιχη με την αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού, και δεν αναλύσαμε καθόλου τα πραγματικά γεγονότα ως μέρος της εκάστοτε συγκυρίας.
Μία τέτοια προσέγγιση δεν μπορεί να παράξει πολίτες που θα συγκροτήσουν κοινωνίες, μικρές ή μεγάλες, αφού κανείς δεν μαθαίνει να λειτουργεί με σχέσεις. Υπάρχουν μόνο μηχανιστικοί ρόλοι σε μία παράσταση που παίζεται σε loop κι ο καθένας καλείται να διαλέξει ρόλο: ο καλός, ο κακός, ο επαναστάτης κ.ο.κ. Είναι η πιο μηχανιστική εκδοχή της ζωής, και η πιο συντηρητική.
Μπορεί να βολεύτηκαν πολλοί με την ασφάλεια αυτού του κλειστού συστήματος, ειδικά όσοι είχαν την δύναμη να το ανοίξουν, αλλά επικέντρωσαν τις προσπάθειες τους στο να το κρατήσουν αμετάβλητο. Σε ένα κόσμο που αλλάζει καθημερινά πλέον, όχι κάθε πέντε ή δέκα χρόνια, το αμετάβλητο ισοδυναμεί με νεκρό.
Το κύριο πρόβλημα η νέκρωση όσων μπορούσαν να τραβήξουν την κοινωνία μπροστά, πρωτίστως των νέων και όσων καλούνται ή να τους εκπαιδεύσουν, ή να τους υποδεχτούν και να τους εντάξουν στην κοινωνία. Σε ένα περιβάλλον χωρίς ανάλυση, χωρίς ερωτήματα, το χρέος της χώρας θα πληρωθεί από το Θεό της Ελλάδας, ή το πετρέλαιο, ή δεν θα πληρωθεί γιατί είναι απεχθές, ένας ζυγός ακόμα και θα τον "αποτινάξουμε" και αυτόν όπως κάναμε το '21, και το '44, και το ΄74... Δεν θα αναλύσουμε τα δεδομένα ή τα λάθη και τον τρόπο που θα μας επιτρέψει να προχωρήσουμε αλλά θα αναζητήσουμε μία κλειστή αφήγηση που δεν υπάρχει στην πραγματικότητα.
Το αποτέλεσμα είναι η παραγωγή αδιάφορων, ηλίθιων και εγκλωβισμένων με μοναδικό σκοπό την διατήρηση ενός μοντέλου που μάλλον δεν επιλέξαμε στην τελική. Έτυχε το σήμερα μας, δεν αποφασίστηκε κάποια στιγμή με κάποιο κοινωνικό συμβόλαιο, ή κάποια επανάσταση. Έτυχε. Το μόνο που το κρατάει ζωντανό, είναι τα πρόσωπα που εντάχθηκαν σε αυτό, και εξαρτάται πλέον η ύπαρξη τους από την διατήρηση του. Δεν ξέρω πόσοι είναι αυτοί, σε ποιο βαθμό θα συνεχίσουν να αντιστέκονται στην αλλαγή (αρνούμενοι την πραγματικότητα), ή μέχρι πότε θα είναι διατεθειμένοι να το κάνουν.
Το μόνο που ξέρω είναι ότι είμαστε ένα βήμα πριν από τον τάφο. Μπορούμε να χαμογελάσουμε και να αλλάξουμε κατεύθυνση, ή να μπούμε μέσα και να περιμένουμε να δούμε αν θα επαληθευτεί άλλος ένας μύθος: αυτός του Φοίνικα.
Χωρίς ζωντανές σχέσεις με την πραγματικότητα, όσο και με την ιστορία, δεν θα πάμε πουθενά. Όσο κι αν ψάχνουν τα παιδιά στο διαδίκτυο άλλες ερμηνείες του σήμερα, όταν βγουν στο δρόμο, ή ανοίξουν την τηλεόραση, ή ακούσουν το πως πέρασαν οι γονείς τους την ημέρα τους, επανέρχονται σε μία παγωμένη πραγματικότητα που αρνείται να εξελιχθεί.
Δεν είναι τυχαίο που η επικαιρότητα περιορίζεται στο παραπολιτικό, αντί να ανοιχτεί στην ανάλυση, γιατί η ανάλυση θα έδινε απαντήσεις που θα απειλούσαν την διατήρηση του σήμερα.
Δεν πρέπει να εκπλήσσεσαι αν σε ένα τέτοιο πλαίσιο, με τα εφόδια που δίνουμε σαν κοινωνία, ένας 20χρονος σήκωσε όπλο για να χρηματοδοτήσει την δική του 17Ν. Είναι να αγανακτείς, πρώτα με τον καθρέφτη σου αφού σιωπηλά ανέχεσαι το σήμερα. Τους δώσαμε κάτι άλλο; Ή μήπως δεν εγκωμιάσαμε την τρομοκρατία σαν κοινωνία, ψιθυριστά και φωναχτά;
Τα φάσκελα στην Βουλή δεν ήταν επανάσταση, αλλά αυτοτραυματισμός. Δεν μορφώνουμε τα παιδιά έτσι ώστε να μπορούν να το αντιληφθούν αυτό, αφού η συντήρηση του παρόντος απαιτεί την κατακερμάτιση κάθε νοηματικής δομής και την ακύρωση κάθε λογικής σκέψης που μπορεί να την απειλήσει· και σήμερα είναι σχεδόν όλες απειλητικές. Δεν υπάρχει ούτε ένα επιχείρημα υπέρ της διατήρησης του σήμερα, αλλά δεν παύουμε να βρίθουμε ατομικών συμφερόντων που επιμένουν να σταματούν κάθε αλλαγή.
Τα δημοσιεύματα θα περιοριστούν στο τι μουσική άκουγαν οι νεαροί ληστές - ίσως και τρομοκράτες. Λες και αν αλλάξουμε μουσική, θα αλλάξει ο κόσμος μας... Η γελοιότητα μίας συντηρητικής κοινωνίας σε μία είδηση. Απορώ πως δεν έχει ήδη βγάλει ο Ευαγγελάτος, με το μαντηλάκι στην τσέπη, ένα μουσικολόγο ειδικό στην τρομοκρατία να μας πει τι μουσική να βάζουμε στα παιδιά μας για να μην πάρουν τα όπλα.
Για να κλείσω, θέλω να πιστεύω ότι αν ο Αντώνης Μωραΐτης (ως παράδειγμα πεφωτισμένου εκπαιδευτικού) ζούσε ακόμα, δεν θα έκανε πίσω από το πολιτικό περιεχόμενο στο αμφιθέατρο της σχολής του, αλλά θα το συμπλήρωνε με ό,τι άλλο συνέβη τα 38 χρόνια της Τρίτης Δημοκρατίας, όπως και με ό,τι προηγήθηκε, όχι ως διακόσμηση ενός χώρου, αλλά σε εργαστήρια, και περιεχόμενο εντός του σχολικού προγράμματος. Θα το συμπλήρωνε με κομμάτια του σύγχρονου πολιτισμού με τρόπο που θα ενημέρωνε την ελληνική πραγματικότητα μέσα από την σχέση της με την παγκόσμια με όρους ανοιχτής κοινωνίας - όχι χρονοντούλαπου που δεν πρέπει να διαταραχθεί.
Ή θα κατέβαζε την σημαία του Πολυτεχνείου... Κι εδώ που φτάσαμε, ίσως πρέπει για λίγο, μέχρι να καθαρίσουν τα μάτια μας. Θα ήταν μία συμβολική πράξη αποκαθήλωσης της συντήρησης του παρόντος, και απόρριψη κάθε φοβικού, ευαγγελικού προτύπου που δεν επιλέξαμε, αλλά διατηρούμε άκριτα. Μπορεί τότε, να βρουν άλλους τόπους συνάντησης οι πιτσιρικάδες, ό,τι μουσική κι αν ακούνε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου