Τα δίπολα ήταν στο μυαλό μας από τότε που αποκτήσαμε νου και σκέψη. Από τότε που πήραμε την πρώτη απόφαση επιλέγοντας μπροστά σε ένα δίλημμα. Αν γινόταν να βάλουμε δύο κατηγορίες κάτω από τις οποίες θα έπεφταν όλα τα διλήμματα κι οι αποφάσεις, αυτές σχηματίστηκαν στο μύθο για το δρόμο της Αρετής και της Κακίας. Αλλά δεν γίνεται.
Τη διαφορά μεταξύ των δύο δεν την ορίζει κανείς συλλογικά ή πανανθρώπινα. Είναι ζήτημα συμφωνίας ομάδων - γραπτής ή άτυπης. Μόνο οι φανατικοί της πίστης θεωρούν ότι κατέχουν την μία αλήθεια.
Της πίστης που οπλίζει - νομίζουν - για αξιολογικές κρίσεις πάνω σε ανθρώπους και έργα.
Ο μόνος τρόπος να ελέγξει κάποιος τον εαυτό του, και τους άλλους, είναι να συμφωνήσει με τρίτους για το στόχο ή το σκοπό στη βάση μίας κοινής ανάγνωσης, και να ελέγξει το βαθμό επίτευξης. Είναι η μόνη ελπίδα φυγής από προκαταλήψεις και εμμονές, εφόσον αυτή η αρχική ανάγνωση βασιστεί σε αντικειμενικά στοιχεία και κοινές επιδιώξεις.
Στην Ελλάδα αυτό δεν έχει γίνει, ούτε μακροπρόθεσμα για το τι θέλουμε σαν χώρα, ούτε μεσοπρόθεσμα (διάρκεια θητείας κυβέρνησης). Έτσι, οι συσπειρώσεις ομάδων και κομμάτων εξελίχθηκαν σε ευκαιριακές ή καιροσκοπικές, στη βάση του ατομικού συμφέροντος (ημέτεροι), ή της εμμονής (Καμμένοι). Το αποτέλεσμα είναι καθημερινές συρράξεις ομάδων σε μηδενική βάση, σαν να μην υπήρξε εχθές και σίγουρα με καμία προοπτική για το αύριο. Υπάρχει μόνο το σήμερα του καθενός, και “βλέπουμε”.
Η απενοχοποίηση του ατομικού συμφέροντος γέννησε ένα νέο κυνισμό, μέσα από στρεβλές θεωρήσεις στη βάση της οικονομικής ελευθερίας, και το μεταπολιτευτικό βάφτισμα του ατομικού σε συλλογικό μέσα από εξίσου στρεβλό συνδικαλισμό. Αυτός ο κυνισμός μεταφέρεται και στην πολιτική όπου, για παράδειγμα, είναι νόρμα το να εκλέγεται κάποιος λέγοντας ότι θα απελευθερώσει το δημόσιο χώρο και να καταλήγει να τον αφήνει σε χειρότερη κατάσταση από αυτή που τον παρέλαβε.
Είναι αναμενόμενο από όλους, εφόσον είναι γνωστό ότι το παιχνίδι παίζεται στην επικοινωνία και όχι στην πραγματικότητα. Η (επαν)εκλογή βασίζεται στην μαγική εικόνα μέσα από τα ΜΜΕ και άρα από την σχέση διαπλοκής που δύναται να χτίσει κάποιος με αυτά.
Όπως είναι νόρμα η μετατροπή του Εθνικού Θεάτρου σε Δελφινάριο, όσο κι αν αυτό αντίκειται στο σκοπό ύπαρξης και χρηματοδότησής του από το κράτος - από εμάς. Σε αυτή την νόρμα αντέδρασε ο Σταύρος Ξαρχάκος και παραιτήθηκε. Φυσικά δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα η παραίτηση στο σημερινό κυνισμό.
Οι δε ευθύνες του υπουργού πολιτισμού κ. Παναγιωτόπουλου, που δεν απέλυσε τον καλλιτεχνικό διευθυντή κ. Χατζάκη, καλύφθηκαν από παραπολιτικά δημοσιεύματα που βάφτιζαν τον υπουργό “παλαιό φίλο του κ. Ξαρχάκου”· "τον παρακάλεσε να μείνει", να στραπατσάρει την πορεία και τις αξίες του δηλαδή. Ποιός αντέχει να τον πιάσει στο στόμα του ο “γύφτος” του Λαζόπουλου άλλωστε.
Δεκαπέντε ώρες κράτησε το πανηγυράκι και πήγαμε παρακάτω. Θα κοπούν εισιτήρια, είμαι βέβαιος, ενώ οι δημοτικές αρχές θα κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να συμπεριληφθεί η συγκεκριμένη παράσταση στα τοπικά φεστιβαλάκια, αυτά που κάνουν κάθε χρόνο για να “προσφέρουν πολιτισμό στο λαό” με το εισιτήριο επιδοτούμενο από τον δημοτικό κορβανά. Ούτε για αυτά τα κλειστά επαγγέλματα θα γίνει κάτι...
Όπως δεν θα γίνει κάτι για τη γραφειοκρατία που μαστίζει και ακυρώνει κάθε δημιουργική προσπάθεια, για να διατηρήσει τα κατασκευάσματα της - δομικά και ανθρωπόμορφα. Χωρίς την τρέλα της γραφειοκρατείας (ως χάος πολυνομίας, αντικρουόμενων ερμηνειών και εγγενούς διαπλοκής) πώς θα ήταν χρήσιμος ο αντίστοιχος πολιτευτής - αυτός που προτίθεται να κάνει “διευθετήσεις” στο ζήτημα του πολίτη; Η αρχή της διαπλοκής: διατήρησε το χάος - τα λαμόγια θα έρθουν μόνα τους. Θα τα ψηφίσει ο κόσμος, από συμφέρον ή από ανάγκη.
Διαφωνείτε; Παραιτηθείτε κύριε. Είμαστε πολλοί, είμαστε παρτάκηδες, και έχουμε τον έλεγχο της χώρας. Μέχρι τελικής πτώσεως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου