1.12.16

Πού χάθηκε η «ευαισθησία» του ΣΥΡΙΖΑ;

Έχουν περάσει τα χρόνια, οπότε θεωρώ πως μπορώ να πω μία προσωπική ιστορία. Την Πρωτοχρονιά του 2012, ήμουν ακόμα Αντιπρόεδρος του ΟΠΑΝΔΑ, ενός οργανισμού του Δήμου Αθηναίων που δημιουργήθηκε από την συγχώνευση τριών οργανισμών, στο πλαίσιο του Καλλικράτη, με στόχο την επικαιροποίηση σκοπού τους και την εξοικονόμηση δαπανών.

Αποδίδοντας τα της Κλεοπάτρας στην Κλεοπάτρα, η συγχώνευση δεν θα είχε γίνει ποτέ χωρίς την τότε Πρόεδρο, αρχικά του ΟΝΑ και κατόπιν του ΟΠΑΝΔΑ, Τούλας Ψαράκη, που αδικήθηκε από πολλούς, πολύ, αλλά ας το αφήσουμε για άλλη φορά.

Το 2012, μετά τη συγχώνευση, το βάρος της προστασίας των αστέγων από το κρύο έπεσε κυρίως σε εμάς, στον ΟΠΑΝΔΑ. Σε χρόνο μηδέν, κανονίστηκε να εγκατασταθούν μεγάλες θερμαντικές μονάδες και να ακυρωθούν τα προγράμματα των σωματείων και όσων χρησιμοποιούσαν τους κλειστούς αθλητικούς χώρους που θα λειτουργούσαν σαν καταφύγια όσο θα κρατούσε ο χιονιάς. Συγχρόνως, οι οργανώσεις πολιτών, ΜΚΟ και streetworkers είχαν αναλάβει υπό την καθοδήγηση του Γραφείου Δημάρχου να πείσουν τον κόσμο να προσέλθει σε αυτούς τους χώρους όπως και να παράσχουν ιατρική φροντίδα και υλική υποστήριξη σε όσους την χρειαζόντουσαν.

Ήταν Τετάρτη, 1η Φεβρουαρίου του 2012, όταν γυρίζοντας από επιθεώρηση στο Κλειστό Γήπεδο του Ρουφ (υπήρχε πρόβλημα με τον κλιματισμό) όπου φιλοξενούνταν άστεγοι, αντιλήφθηκα μία ομάδα «αλληλέγγυων» κάτω από το παράθυρο του γραφείου μου, στο Πνευματικό Κέντρο. Επιχειρούσαν να σπάσουν την πόρτα του Καφενείου του κτηρίου, που είχε σφραγισθεί μετά από ενέργειες μας, από Δικαστικό Επιμελητή.

Ο χώρος αυτός είχε ένα χούι: οι προηγούμενες διοικήσεις τον νοίκιαζαν σε διαφόρους, σε εξωφρενικά τιμήματα, που μετά δεν απαιτούσε κανείς. Ο τελευταίος, είχε αφήσει φέσια πάνω από 300 χιλιάδες ευρώ. Θα αποφύγω τον πειρασμό να αναφερθώ και σε αυτή την ιστορία - το αναφέρω, μόνο, γιατί ήταν μέρος της διασφάλισης των απαιτήσεων του οργανισμού για τα 300+ χιλιάρικα το να παραμείνει ο χώρος σφραγισμένος.

Ειδοποίησα την Πρόεδρο του οργανισμού και της είπα πως θα κατέβω να τους εξηγήσω πως πρέπει να σταματήσουν, όπως και έκανα. Ο επικεφαλής τους, στο κινητό, συντόνιζε τα φιλικά ΜΜΕ και το «κάλεσμα αλληλεγγύης» προς πολίτες εθισμένους στην ΣΥΡΙΖΑϊκή ρητορική περί «ανάλγητου κράτους» και εσχάτως «μνημονιακού». Πολίτες που δεν είχαν ούτε το χρόνο, ούτε τη διάθεση να μάθουν τα περιστατικά, ή το αν ήμασταν σε καθημερινή και φιλική σχέση με τους πέντε αστέγους στο όνομα των οποίων γινόταν η «δράση». Το κράτος σε κάθε μορφή και έκφανση του ήταν ο εχθρός.

Ο επικεφαλής, με γένια ημερών, ηλιοκαμένος από τις κινητοποιήσεις, γύρω στα 60, μπλαζέ και ανυποχώρητος. Δεν τον ένοιαζε το αν οι άστεγοι που ήρθε να «προστατεύσει» έκαναν ήδη χρήση του Πνευματικού Κέντρου, με δική τους καφετιέρα και βραστήρα, χρήση της τουαλέτας ή ακόμα και φάρμακα όταν τα χρειαζόντουσαν. Δεν τον ενδιέφερε πως θα χάναμε 300 χιλιάδες ευρώ δημοσίου χρήματος αν προχωρούσε με την κατάληψη, δίνοντας έτσι πάτημα σε ανυπόστατους ισχυρισμούς του πρώην ενοικιαστή. Ήταν σαφές πως δεν τον ενδιέφεραν ούτε οι άστεγοι - κομματική δουλειά έκανε, πουλώντας «ευαισθησία». Δημιουργούσε είδηση - αυτή ήταν η αποστολή του.

Στην ομάδα τους ήταν και κάποιοι 20άρηδες, με πραγματικό ενδιαφέρον για τους άστεγους. Όταν τους εξήγησα τις συνθήκες και όσα είχαμε ήδη κάνει, προσπάθησαν να πείσουν αυτοί τον επικεφαλής να αποχωρήσουν. Ανένδοτος. Είπαμε, το αντικείμενο ήταν άλλο.

Οι ώρες περνούσαν και η νύχτα θα ήταν κακός σύμβουλος. Η πόρτα είχε σπάσει γύρω στις 12 το μεσημέρι. Σε συνεννόηση με το Γραφείο Δημάρχου, έδωσα διορία στις διαπραγματεύσεις μέχρι τις 5 το απόγευμα. Όταν οι προθέσεις ήταν πλέον σαφείς, ζήτησα επισήμως τη συνδρομή της ΕΛΑΣ. Μέχρι εκείνη την ώρα, δεν υπήρχε ούτε ένας άστεγος μέσα στο χώρο - συμπεριλαμβανομένων των πέντε που έμεναν μεταξύ Νομικής και Πνευματικού Κέντρου. (Ακόμα και σήμερα δέχομαι μομφές για το περιστατικό από τους «αλληλέγγυους», όποτε τους τελειώνουν τα επιχειρήματα.)

Ο αγώνας, όπως θα βεβαιώσει όποιος κάνει συστηματική δουλειά με τους άστεγους,  δεν ήταν ποτέ στην ανεύρεση χώρου για το κρύο, αλλά στο να πειστούν να πάνε. Αν οι «αλληλέγγυοι» ήθελαν να βοηθήσουν, δε θα έσπαγαν δημόσια περιουσία, αλλά θα πρόσφεραν ζεστό ρόφημα και συζήτηση μέχρι να πείσουν τον κόσμο να δεχτεί τη μεταφορά του στους χώρους που είχαν ετοιμαστεί. Η δε περίπτωση του Πνευματικού Κέντρου ήταν κραυγαλέα: η πόρτα που έσπασαν, απείχε πέντε μέτρα από αυτήν που μπαινόβγαιναν ελεύθερα, καθημερινά, ανεξαρτήτως καιρού οι άστεγοι της οδού Μασσαλίας.

Γιατί τα θυμήθηκα όλα αυτά; Γιατί ήρθε ο χιονιάς, και ο κ. Μουζάλας, με δύο νεκρούς στην πλάτη του. Συνεχίζει να κατηγορεί τους πάντες για την ανικανότητα του, αντί να παραιτηθεί μετά το θάνατο δύο προσφύγων που ζούσαν στη λάσπη της Χίου, υπό την καταναγκαστική φύλαξη του - δεν ήταν εθελοντικά εκεί. Όταν θες, μπορείς. Όταν είσαι δέσμιος της ακροδεξιάς που επέλεξες να συγκυβερνήσεις, τα πράγματα μπερδεύονται. Ακόμα κι αν έχουν σταματήσει οι ροές, ακόμα κι αν σε περιμένουν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρωπαϊκών κονδυλίων, ευρωπαϊκή τεχνογνωσία και προσωπικό που αρνείσαι να αξιοποιήσεις. Οι Γερμανοί επεξεργάζονται 2000 αιτήσεις την εβδομάδα. Ο κ. Μουζάλας, μόλις 20.

Σε δηλώσεις του, ο κ. Μουζάλας, είπε ΣΗΜΕΡΑ, πως «θα δώσει στρατόπεδα ο κ. Καμμένος» για να λυθεί το πρόβλημα των συνθηκών διαβίωσης των προσφύγων.

Πέρσι τέτοιο καιρό δεν θα έδινε στρατόπεδα ο κ. Καμμένος;

Πέρσι τέτοιο καιρό δεν τους έδωσε η ΕΕ 450 εκατομμύρια ευρώ που ακόμα δεν μπορούν να αντλήσουν, γιατί αρνούνται να διασφαλίσουν τον τρόπο δαπάνης των ευρωπαϊκών κονδυλίων με την λειτουργία της Διαχειριστικής Αρχής που όλο ιδρύουν και όλο δεν ιδρύεται; Η ΕΕ δεν πρόκειται να αποδεσμεύσει τα χρήματα αν δεν διασφαλιστεί πως δεν θα υπάρξουν... «σπατάλες» όπως κατήγγειλε ο παραιτηθείς Γενικός Γραμματέας Οδυσσέας Βουδούρης όταν δήλωνε «Δεν θέλω να παραμένω σε ένα υπουργείο, όπου υπάρχουν σκιές» μιλώντας για τις απευθείας αναθέσεις, δείχνοντας τον κ. Μουζάλα. Ας σημειωθεί πως όσο δεν αντλούμε τα 450 εκατομμύρια ευρώ (ο Βουδούρης λέει πως είναι €800εκ.), χρεωνόμαστε και με πρόστιμα μη-απορρόφησης που σήμερα πρέπει να ανέρχονται στα 30 εκατομμύρια ευρώ.

Ο ανθρωπισμός και η εκπλήρωση των υποχρεώσεων όσων έχουν την ευθύνη της ζωής των προσφύγων, όπως δραματικά αποδείχθηκε, δεν εξαντλείται σε στρογγυλά γυαλάκια και μαντήλες αντί γραβάτας. Δεν είναι στυλιστικό ζήτημα. Είναι θέμα ευθύνης, που μετά τους θανάτους στη Μόρια, μετά τα περιστατικά ηπατίτιδας στη Φιλιππιάδα, μετά τις αναφορές σεξουαλικής εκμετάλλευσης, ακόμα και εξαφάνισης, ασυνόδευτων ανήλικων στο Πεδίο του Άρεως και την πλατεία Βικτωρίας, θα πρέπει να αποδοθούν, τόσο πολιτικά, όσο και από τη δικαιοσύνη που οφείλει να αποδείξει την ανεξαρτησία της και να διερευνήσει, όσο ψηλά κι αν φτάνουν οι ευθύνες, ειδικά όταν δεν υπάρχει πλέον καμία αντικειμενική δυσκολία.


Οι ροές σταμάτησαν, τα λεφτά δόθηκαν, τα στρατόπεδα και τα κενά ακίνητα υπάρχουν. Αυτό που λείπει είναι η πολιτική βούληση και η διαχειριστική ικανότητα. Και σκοτώνουν.


Είμαστε όλοι καθίκια;

Υπάρχει μία αφήγηση, που λίγο ως πολύ, λέει πως είμαστε όλοι ένοχα καθίκια, με μόνο σκοπό το «να περνάμε καλά» μέσα από την υπερκατανάλωση. Μία πολλή βολική αφήγηση για όσους θέλουν να πιστεύουν πολιτικά και θρησκευτικά δόγματα που βασίζουν την ύπαρξη τους στην απόδοση ενοχών και τιμωρίας. Ήταν όντως οι δεκαετίες 90 και τα 00 μόνο κατανάλωση και «Μύκονος»;

Η σύντομη απάντηση είναι «μαλακίες». Όταν σε παίρνει ο διάολος, δεν σου φτάνει ο πόνος σου, αλλά έχεις πάντα και τους μίζερους που σε περιμένουν στη γωνία να σου πουν «καλά να πάθεις».

Κανείς δεν ξύπνησε το 90 και είπε «και τώρα θα γίνω καθίκι». Όσοι ήταν καθίκια, ήταν και πριν το 90, εκτός να θέλουν να μας πουν πως υπάρχει γενετικό σφάλμα εδώ. 

Τα 90’ς ήρθαν μετά τις επαναστάσεις των 60΄ς, την απελευθέρωση των 70’ς και τις υποσχέσεις των 80’ς για περισσότερη δημοκρατία και ελευθερία σε όλα τα επίπεδα, έξω από τα στεγανά των κοινωνικών τάξεων, των φυλετικών και έμφυλων διακρίσεων, σεξουαλικών γούστων και θρησκειών.

Οι Γιάπηδες, που τελικά αποτέλεσαν βασικό γρανάζι σε ένα απορυθμισμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα που επέτεινε την κοινωνική ανισότητα και κατέληξε στη διεθνή κρίση που ακόμα δεν έχει σβήσει, ήταν τα παιδιά εκτός κάθε μορφής κάστας. Το «έρχομαι από το πουθενά και τα καταφέρνω» συνεχίστηκε και αργότερα με αυτό που οι δογματικοί βλέπουν ως τη φούσκα των .com, που και πάλι δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν και τα δημοκρατικά εργαλεία συμμετοχής, κοινωνικής δικτύωσης, αργότερα ηλεκτροδότησης και επικοινωνίας απομακρυσμένων περιοχών του Τρίτου Κόσμου, φιλτραρίσματος νερού και τόσων άλλων.

Εκεί που οι δογματικοί είδαν τους «περνάω καλά», υπήρχαν οι «νιώθω καλά με αυτό που είμαι και αυτό που κάνω». Για άλλους ήταν τα λεφτά, για άλλους  προσφορά, για άλλους ο έρωτας εκτός πεπατημένης, για άλλους η τέχνη, η μουσική, το γράψιμο - ό,τι έψαχνε ο καθένας. Ό,τι πάλευε αναζητώντας την αυτοπραγμάτωσή του. Την ευτυχία του, αγνοώντας νόρμες, πρότυπα και σηκωμένους δείκτες ιεροκηρύκων. Και για λίγο, για πολύ λίγο, νίκησαν. Μέχρι και αφροαμερικανό Πρόεδρο στις ΗΠΑ εξέλεξαν, με καταγωγή από την Κένυα. 

Στις δημοκρατίες που η συμμετοχή των πολιτών στην κατεύθυνση της πολιτείας τους είναι μία φορά, κάθε τέσσερα χρόνια, αν ανήκουν στο 50% που δεν απέχει, συμβαίνουν και στραβές. Η πρώτη είναι πως δεν καταλαβαίνουν «γιατί δεν ήρθε ο παράδεισος σε 4 χρόνια». Ένας καθαρά προεκλογικός παράδεισος, εκτός πραγματικότητας - καθημερινότητας. Δεν παρακολούθησαν το τι έχει γίνει, που σκάλωσε τι και γιατί, δεν έσπρωξαν για να ξεσκαλώσει, αλλά ξαφνικά θυμούνται να αναρωτηθούν «πού είναι ο παράδεισος». Εκεί παραμονεύουν όσοι κατά κανόνα σκάλωσαν τα πράγματα, για να ζητήσουν τιμωρητική ψήφο για την αποτυχία που οι ίδιοι επέτειναν αν δεν την προκάλεσαν. Και κάπως έτσι εκλέγονται οι Farage, οι Trump, οι Σαμαράδεςκαι οι Τσίπρες.

Λίγες γενικεύσεις έχουν ίχνη αλήθειας, συνήθως βαρετές ή τετριμμένες, αλλά αυτό δεν πρέπει να μας σταματάει από το να διατυπώνουμε αυτές τις λίγες. Πρώτον, ουδείς δογματικός επιζητεί την ελευθερία - δεν υπάρχει ελευθερία στα δόγματα, είναι ενάντια στη φύση τους. Δεύτερον, η ελευθερία σε όλα τα επίπεδα είναι το υπέρτατο αγαθό. Από την ελευθερία στη δημιουργία, μέχρι την ελευθερία στον έρωτα. Τρίτον, χωρίς ελευθερία, μπορεί να ζήσεις μία πιο ήσυχη ζωή, με την «ησυχία» που μπορεί να σου εξασφαλίσει μόνο μία δεξιά χούντα ή ένα κομμουνιστικό καθεστώς - τη θες; Τέταρτον, χωρίς την ελευθερία να κυνηγήσεις την αυτοπραγμάτωση σου, δεν έχει νόημα να ζεις, να ανήκεις και να συγκροτείς κοινωνίες, να δημιουργείς δεσμούς και εν τέλει να σέβεσαι τους θεσμούς που διασφαλίζουν όλα αυτά, μέσα από κανόνες για όλους, χωρίς διακρίσεις αναλόγως δόγματος και θέσης στα ιερατεία κάθε δογματικού καθεστώτος.

Ένα preview αυτής της ελευθερίας ήταν τα 90’ς, μίας κανονικότητας που δυστυχώς δεν μπορεί να υπάρχει από μόνη της, αλλά απαιτεί λίγη παραπάνω ενασχόληση στα κοινά, αντί της απλής συμμετοχή σε εκλογές μια στο τόσο. Αυτό ήταν και στην Ελλάδα τα 90’ς, ειδικά μετά τις επαναλαμβανόμενες Χούντες του περασμένου αιώνα, το «κράτος της Δεξιάς» και των διακρίσεων, της συντήρησης και της «ησυχίας» του «τι να κάνουμε - κάποιοι πάντα θα πεινάνε», ή δε θα μαθαίνουν γράμματα, ή θα πεθαίνουν σαν το σκυλί γιατί δεν έχουν πρόσβαση σε δομές υγείας, γιατί «έτσι είναι η ζωή». 

Η μάχη ενάντια στον δεσποτισμό, τον ελιτισμό και τον κόσμο των ιερατείων ήταν και παραμένει το ζουμί, όπου κι αν αποτύχαμε, όπου κι αν σκοντάψαμε, όπου κι αν αποτύχαμε. Είναι πια ένας πολύπλοκος κόσμος, με παγκοσμιοποιημένα προβλήματα, αόρατα σχοινιά και αποφάσεις πίσω από κλειστές πόρτες, τόσα και άλλα τόσα, που μας μπερδεύουν καθημερινά, αλλά υπάρχει βοήθεια σε έναν εύκολο κανόνα: μακρυά από τους μίζερους. Από όσους δεν έχουν πρόταση για περισσότερη ελευθερία. Από όσους φλερτάρουν με το μίσος, ή ζουν από αυτό. Ποτέ δεν είχαμε τόσα εργαλεία, ή τόσες γνώσεις, για να κάνουμε τη ζωή μας πιο ελεύθερη.

Translate