Ο πολιτισμός βασίζεται στην γνώση. Στην ευρεία γνώση που είναι απαραίτητος όρος και για την καλή πολιτική.
Καλή πολιτική είναι αυτή που συνδυάζει όσα χωράει το εύρος της πλατιάς ματιάς της. Καλή πολιτική είναι αυτή που συμβιβάζει το σημερινό με το ιδεατό, σε χρόνο παρόντα και μέλλοντα. Καλή πολιτική είναι αυτή που εφαρμόζεται, και δεν επιβάλλεται, αφότου πείσει για την αρετή της πρότασης της.
Καλή πολιτική είναι αυτή που συγκρούεται δίχως να πληγώνει. Γιατί γνωρίζει ότι οι πληγές σπανίως θεραπεύονται, και σπανιότερα λύνουν περισσότερα προβλήματα από αυτά που δημιουργούν.
Αν δεις το επίπεδο της κουλτούρας, θα μπορέσεις να προβλέψεις το επίπεδο της πολιτικής· και αντίστροφα. Όσο ημιμαθές ταγάρι ήταν “ο κουλτουριάρης”, τόσο ανίκανος και επικίνδυνος ήταν ο αντίστοιχος πολιτευτής. Όση ζημιά έκανε ο ψευτο-διανοούμενος, τόση κι άλλη τόση έκανε ο ψευτο-πολιτικός.
Ο ισοπεδωτικός λαϊκισμός που προηγήθηκε της Χούντας, και εγκαταστάθηκε πλέον στη χώρα με τα τανκς του Παπαδόπουλου ήταν αυτός που μίλησε στο ανώριμο συναίσθημα, αυτός που πήρε την “λαϊκή σοφία” του χειρώνακτα και την εξύψωσε σε απόλυτη γνώση για να τον κολακέψει - να τον κερδίσει. Αυτό ήταν το επίπεδο γνώσης του πολιτικού προσωπικού των Χουντικών - δεν ήταν θέμα συνειδητής επιλογής. Αθλοπαιδιές, λανθάνων πατριωτισμός, νεο-ορθόδοξος φανατισμός και επιβολή/βία.
Η αντίσταση σε αυτό το καθεστώς δεν ήταν κάτι διαφορετικό - ήταν αντίστοιχη του. Δεν το παραδεχτήκαμε ποτέ, γι’ αυτό και μας στοιχειώνει ακόμα και σήμερα. Οι μεγαλύτερες στιγμές μας, αυτές που έχουμε διαλέξει να γιορτάζουμε σαν έθνος, είναι σχεδόν όλες “λαϊκές” αν εξαιρέσεις το υπερβατικό κάποιων θρησκευτικών εορτών που και πάλι ερμηνεύονται στενά μέσα στο πλαίσιο που έχει επιβληθεί.
Ο πολιτισμός, η γνώση, η επιστήμη δεν έχουν καμία ελπίδα σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Όσο κι αν το παλέψουν, αν δεν υπάρξει συλλογική παραδοχή για τα μέχρι τούδε, δεν θα υπάρξει ποτέ χαραμάδα ή κενό που θα έρθει να καλύψει με μία νέα αφήγηση για την επόμενη μέρα.
Η σημερινή μας κουλτούρα είναι ο λαϊκός ολοκληρωτισμός. Επισκιάζει κάθε τι που θα μπορούσε να τον απειλήσει, και εξηγεί την σοβιετικού τύπου οικονομία μας, τον λαϊκισμό των πολιτικών μας, την αθλιότητα της ψευτο-ενημέρωσης με τους τηλεοπτικούς ιμάμηδες που παριστάνουν τους δημοσιογράφους, όπως και τους “αγανακτισμένους” πολίτες με τις μούτζες και τις κρεμάλες.
“Η Χούντα δεν τελείωσε το ’73”, ούτε το ’74. Τα χαρακτηριστικά που την επέβαλλαν και διατήρησαν για 7 χρόνια παραμένουν ισχυρά, με πρώτο την απέχθεια για τον κόσμο της γνώσης. Και θα συνεχίσει ακάθεκτη μέχρι να μας αποτελειώσει, μέσα από συναισθηματικές εξάρσεις και γεγονότα ήσσονος σημασίας που θα επικαλύπτουν την πραγματικότητα που αρνούμαστε να παραδεχτούμε.
“Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία”, λένε οι πατριδοκάπηλοι εθνικιστές. Συμφωνώ στη σπουδαιότητα της ρήσης, αλλά διαφωνώ με όλο μου το είναι στην ανάγνωση τους. Η αρετή έρχεται με τη γνώση που θα δώσει προοπτική· τόλμη είναι αυτό που μας λείπει ακόμα για να βρούμε την ειλικρίνεια να αντιμετωπίσουμε τον καθρέφτη χωρίς το πέπλο του εθνικιστικού, λαϊκού ναρκισσισμού, για πρώτη φορά μετά από τουλάχιστον εφτά δεκαετίες.
Αυτή είναι η μάχη. Και φαίνεται να την έχουν καταλάβει μόνο όσοι είναι εντός των τειχών υπερασπιζόμενοι ένα κάστρο που έχει πέσει εδώ και καιρό - οι συντηρητικοί που προσπαθούν να διατηρήσουν την εξουσία και τα προνόμια τους, με πρώτο το πολιτικό προσωπικό και ακολούθως με όσους τους κρατάνε πάνω στο άλογο σαν νεκρούς Ελ Σιντ στη δική τους μάχη της Βαλένθια. Τραγικοί, κοντόφθαλμοι, χωρίς προοπτική.
Οι υπόλοιποι, αυτοί που θα μπορούσαν να συνθέσουν, “το σκέφτονται” σε μικρές αυτάρεσκες ομάδες με μοναδικό σκοπό ύπαρξης την παρηγοριά και την αυτοϊκανοποίηση. Ψευτο-διανοούμενοι αποχωρητές, κουρασμένοι προτού καν ξεκινήσουν. Όσο κι αν έχουν επενδύσει στην παιδεία τους.