(απόσπασμα από την επιστολή Παπανδρέoυ προς Γιούνκερ - οι τονισμοί δικοί μου)
Είμαι σήμερα πεπεισμένος, μετά από δεκατέσσερις μήνες, ότι, παρά τις προσπάθειες της Ελλάδας –καθώς αποδείξαμε ότι είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας- εάν η Ευρώπη δεν λάβει τις σωστές, συλλογικές και ισχυρές αποφάσεις τώρα, κινδυνεύουμε από νέες και ίσως παγκόσμιες αναταράξεις στις αγορές, εξαιτίας της διάδοσης των αμφιβολιών για την ικανότητά μας να προστατεύσουμε το κοινό μας νόμισμα. Για το λόγο αυτό απαιτείται μια ισχυρή και με όραμα ευρωπαϊκή ηγεσία.
Σας το λέω αυτό καθώς είναι σήμερα μεγαλύτερη η ανάγκη αποφυγής των σφαλμάτων του παρελθόντος. Ήρθε η «ώρα της κρίσεως» και δεν υπάρχουν περιθώρια για αναποφασιστικότητα και λάθη όπως:
- Να λαμβάνονται αποφάσεις που στο τέλος αποδεικνύονται μη επαρκείς και μη έγκαιρες για να πείσουν τις αγορές για τη σοβαρότητά μας,
- Να προβαίνουμε σε συμβιβασμούς, οι οποίοι ικανοποιούν τις εσωτερικές πολιτικές «κόκκινες γραμμές», αλλά που στο τέλος υποκαθιστούν την συντεταγμένη πολιτική για μια αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης (μολονότι αναγνωρίζω τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν διάφορες κυβερνήσεις και το δημοκρατικό αίτημα για μεγαλύτερη συμμετοχή του Κοινοβουλίου στη διαχείριση της κρίσης),
- Να μην κατορθώνουμε να αξιοποιήσουμε εμπεριστατωμένες τεχνικές αναλύσεις και τη διαδικασία της διαβούλευσης για τη λήψη των αποφάσεων,
- Να επιτρέπουμε στην κακοφωνία να υποκαθιστά μια κοινή ατζέντα και κατά συνέπεια να προκαλεί περισσότερο πανικό παρά ασφάλεια,
- Και θα πρόσθετα ορισμένα ευρύτερα ζητήματα όπως το ότι δεν πράξαμε τίποτα το ουσιαστικό για τον αποσταθεροποιητικό ρόλο των οίκων αξιολόγησης, για τα ασφάλιστρα κινδύνου, για τους φορολογικούς παραδείσους ή για τη δυνατότητα άντλησης νέων εσόδων, για παράδειγμα, από την επιβολή φόρων στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές.
Τα παραπάνω έχουν, με τον ένα ή άλλο τρόπο, προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στη χώρα μου και σε άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις.
Όσον αφορά ειδικότερα στην Ελλάδα, η απόπειρα, για παράδειγμα, τις τελευταίες δέκα ημέρες, να θεσπισθεί η ιδιωτική συμμετοχή στο πρόγραμμα ανάκαμψης έχει προκαλέσει δημόσιες προειδοποιήσεις ότι, στην περίπτωση αυτή, οι οίκοι αξιολόγησης θα έκαναν λόγο για επιλεκτική χρεοκοπία.
Παρ’ ότι δεν είμαστε αντίθετοι επί της αρχής στην συμμετοχή των ιδιωτών (PSI), η πρόταση που έχει κατατεθεί φαίνεται να έχει μειονεκτήματα. Θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύ δαπανηρή, ανεπαρκής και πολύ επικίνδυνη.
Πολύ δαπανηρή για την Ελλάδα και ελλιπής ή ανεπαρκής για την αποτελεσματική διαχείριση του ελληνικού χρέους. Και με αυτά τα πενιχρά αποτελέσματα ίσως να μην αποφευχθεί στο τέλος η επιλεκτική χρεοκοπία.
Όλοι γνωρίζουμε επίσης ότι, επειδή υπάρχει ακόμη βαθιά δυσπιστία σχετικά με τη χρηματοπιστωτική υγεία του τραπεζικού συστήματος στην Ευρώπη, τα αποτελέσματα του νέου «τεστ κοπώσεως» που θα ανακοινωθούν σε λίγες μέρες, ενδέχεται να πυροδοτήσουν μεγαλύτερη ανασφάλεια στις αγορές.
Οι συζητήσεις που διεξάγονται γύρω από το ελληνικό πρόγραμμα, τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, το ύψος της αναγκαίας χρηματοδότησης, αυτά που λέγονται για “επιλεκτική χρεοκοπία”, καθώς και η συνεχιζόμενη κακοφωνία στα Μέσα ενημέρωσης, το μόνο που καταφέρνουν είναι να κάνουν πιο δύσκολη την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε.
Η μετάβαση από κρίση σε κρίση, σε μια τόσο αδύναμη φάση ανάκαμψης, με δεδομένη την κακοφωνία του Τύπου και την ανασφάλεια των πολιτών, είναι μια επιλογή που η Ελλάδα δεν μπορεί πλέον να αντέξει.
Η Ελλάδα είναι υπεύθυνη για την αδράνεια του παρελθόντος. Ωστόσο, παρότι τον τελευταίο χρόνο η Ελλάδα έχει καταβάλει επίπονες προσπάθειες κι έχει λάβει πρωτοφανείς αποφάσεις, πληρώνουμε τον υπερβολικό πειραματισμό και τη σύγχυση.
Το κλίμα αβεβαιότητας και έλλειψης εμπιστοσύνης από τις αγορές και τους αναλυτές έχει υπονομεύσει και θα συνεχίσει να θέτει εμπόδια στις προσπάθειες και τις θυσίες των Ελλήνων πολιτών για μια βιώσιμη οικονομία.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, είναι αναγκαίο αυτή τη φορά να καταλήξουμε σε μια αποτελεσματική λύση που θα εγγυάται την επίτευξη τριών βασικών στόχων: βιωσιμότητα του χρέους, πρόσβαση στις αγορές και παροχή μέσων για την επανεκκίνηση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Η ρευστότητα που παρέχει το νέο πρόγραμμα είναι αναγκαία, αλλά ενδέχεται να λειτουργήσει μόνο ως ανακούφιση και όχι ως θεραπεία. Συνεπώς, πιστεύω ότι είναι καιρός να αντιμετωπίσουμε τα θεμελιώδη προβλήματα που βρίσκονται μπροστά μας και να καταλήξουμε σε ένα συνολικό πακέτο λύσεων που θα σηματοδοτούν ξεκάθαρα την αποφασιστικότητά μας να προστατεύσουμε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα από μεγαλύτερη ζημιά ή την καταστροφή του.
Ολόκληρη η επιστολή εδώ:
Πρωθυπουργός της Ελλάδας | Επιστολή Πρωθυπουργού Γιώργου Α. Παπανδρέου προς τον επικεφαλής του Eurogroup και Πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου Jean Claude Juncker