«Άστε τα αυτά τώρα» είναι η φράση που χρησιμοποιεί όποιος δε βολεύεται από τα γεγονότα μίας συζήτησης.
Το συναντάς σε γενικές συζητήσεις για το πώς φτάσαμε στο πρώτο μνημόνιο:
- «Έφτασε ο κ. Καραμανλής το έλλειμμα στο 16%, με απόκρυψη στοιχείων και προσλήψεις ή όχι; Ποιό ΠΑΣΟΚ που (μόνο του) κατέστρεψε τη χώρα;»
- «Άστα αυτά τώρα.»
Το συναντάς και σε ειδικότερες, με μικρότερο κοινό - σχεδόν εσωκομματικό:
- «Το ΠΑΣΟΚ ήταν πρώτο κόμμα το φθινόπωρο του 2011, μέχρι που ο κ. Βενιζέλος αποφάσισε να δεχτεί την πρόταση Μπαρόζο για Πρωθυπουργό Παπαδήμο, έναν άνθρωπο με κατανόηση προς τον τραπεζικό τομέα. Όταν αποφάσισε να συμπράξει, για την απομάκρυνση Παπανδρέου από το Μαξίμου, με τον Μακεδονομάχο των Ζαππείων κ. Σαμαρά και με τον κ. Μπαρόζο που πέταγε πάνω από τους καμένους της Ηλείας, το 2007, με τον τότε Πρωθυπουργό Καραμανλή. Μαζί μοίραζαν τα τριχίλιαρα τότε, την ίδια ώρα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπό την ηγεσία του απέκρυπτε τον ελληνικό εκτροχιασμό σε non-papers και άλλα παρακλητικά έγγραφα, προς τον κ. Αλογοσκούφη αρχικά, και τον βασιλιά της χαρτοπετσέτας κ. Παπαθανασίου, αργότερα».
Ξέρω, «άστα» κι αυτά...
Άσε αυτά, άσε εκείνα, άσε τα άλλα, όμως, και κάπως έτσι απομακρυνόμαστε κάθε μέρα από την πραγματικότητα, από τα λάθη που ζητούν καταλογισμό και διόρθωση, ενώ τοξικά πρόσωπα και λογικές παραμένουν κυρίαρχα στο πολιτικό σκηνικό, με την επιβίωση τους να εξαρτάται του «άστα αυτά τώρα».
Δεν τίθεται θέμα φράξιας. Η ειλικρινής αποτίμηση των πραγματικών περιστατικών δεν μπορεί να είναι θέμα καμίας φράξιας, κανενός κόμματος και κανενός προσώπου. Εδώ θα ήταν πολύ χρήσιμη η δημοσιογραφία, αν λειτουργούσε, αν δεν είχε δεσμούς και εξαρτήσεις. Αν δεν μεροληπτούσε, ατομικά ή συντακτικά (η γραμμή του Μέσου/ιδιοκτήτη πάνω από την αλήθεια).
Ομοίως και σε συλλογικό επίπεδο. Είδαμε προχθές τον Πρωθυπουργό κ. Τσίπρα σε ένα κρεσέντο ψεύδους, που κορυφώθηκε όταν απείλησε όσους τολμούν να έχουν άλλη ανάγνωση της θητείας του από εκείνον, όσους καταλογίζουν σε αυτόν τα 50 δισ. ευρώ κόστος στο κράτος από την «περήφανη διαπραγμάτευση» και δεν αποδέχονται το ασόβαρο και εκτός πραγματικότητας «ελαφρύναμε τον προϋπολογισμό κατά 20 δισ.» αναφερόμενος στα 20 δισ. που δε δανειστήκαμε για τις τράπεζες, τα οποία δεν περνάνε φυσικά από κανέναν προϋπολογισμό με την έννοια των μέτρων. Ο Πρωθυπουργός απάντησε έτσι σε όσους του καταλογίζουν ευθύνες για την απώλεια 25 δισ. από το κρατικό χαρτοφυλάκιο σε τραπεζικές μετοχές - αυτές που πήραμε για τα λεφτά που έχουμε ήδη δώσει! Τις μηδένισε! «Άστα κι αυτά»;
Η χώρα χρειάζεται κατεπειγόντως μία ένεση αλήθειας. Έναν ορό, που θα μπει στο σύστημα και θα το διατρέξει, από τα μικρά κόμματα που κάποτε κυβέρνησαν και μπορούν να φανούν πάλι χρήσιμα αν αυτοκαθαρθούν (με τα έμπειρα και καταρτισμένα στελέχη τους), μέχρι τα Μέσα και τους πρωταγωνιστές του πολιτικού συστήματος.
Μόνο έτσι θα υπάρξει λύση, μόνο έτσι θα υπάρξει επόμενη μέρα και συζήτηση πάνω σε προτάσεις. Όσο δεν το κάνουμε, θα συνεχίσουμε να αναλώνουμε το μέλλον μας, τα απογεύματα, στα δελτία των 8, ακούγοντας τι είπε ο ένας στον άλλον και τι έγραψε για αυτά ένας τρίτος, σε ένα παραπολιτικό γαϊτανάκι που έχει έναν και μοναδικό σκοπό: τη διατήρηση των προσώπων που πρωταγωνιστούν σε αυτό, των ειδικών σχέσεων και όσων μας έφτασαν εδώ. Γιατί τα γεγονότα για έναν τοξικό πολιτικό παίκτη, θα ήταν δηλητήριο. Θα τον αφάνιζαν.
Το συναντάς σε γενικές συζητήσεις για το πώς φτάσαμε στο πρώτο μνημόνιο:
- «Έφτασε ο κ. Καραμανλής το έλλειμμα στο 16%, με απόκρυψη στοιχείων και προσλήψεις ή όχι; Ποιό ΠΑΣΟΚ που (μόνο του) κατέστρεψε τη χώρα;»
- «Άστα αυτά τώρα.»
Το συναντάς και σε ειδικότερες, με μικρότερο κοινό - σχεδόν εσωκομματικό:
- «Το ΠΑΣΟΚ ήταν πρώτο κόμμα το φθινόπωρο του 2011, μέχρι που ο κ. Βενιζέλος αποφάσισε να δεχτεί την πρόταση Μπαρόζο για Πρωθυπουργό Παπαδήμο, έναν άνθρωπο με κατανόηση προς τον τραπεζικό τομέα. Όταν αποφάσισε να συμπράξει, για την απομάκρυνση Παπανδρέου από το Μαξίμου, με τον Μακεδονομάχο των Ζαππείων κ. Σαμαρά και με τον κ. Μπαρόζο που πέταγε πάνω από τους καμένους της Ηλείας, το 2007, με τον τότε Πρωθυπουργό Καραμανλή. Μαζί μοίραζαν τα τριχίλιαρα τότε, την ίδια ώρα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπό την ηγεσία του απέκρυπτε τον ελληνικό εκτροχιασμό σε non-papers και άλλα παρακλητικά έγγραφα, προς τον κ. Αλογοσκούφη αρχικά, και τον βασιλιά της χαρτοπετσέτας κ. Παπαθανασίου, αργότερα».
Ξέρω, «άστα» κι αυτά...
Άσε αυτά, άσε εκείνα, άσε τα άλλα, όμως, και κάπως έτσι απομακρυνόμαστε κάθε μέρα από την πραγματικότητα, από τα λάθη που ζητούν καταλογισμό και διόρθωση, ενώ τοξικά πρόσωπα και λογικές παραμένουν κυρίαρχα στο πολιτικό σκηνικό, με την επιβίωση τους να εξαρτάται του «άστα αυτά τώρα».
Δεν τίθεται θέμα φράξιας. Η ειλικρινής αποτίμηση των πραγματικών περιστατικών δεν μπορεί να είναι θέμα καμίας φράξιας, κανενός κόμματος και κανενός προσώπου. Εδώ θα ήταν πολύ χρήσιμη η δημοσιογραφία, αν λειτουργούσε, αν δεν είχε δεσμούς και εξαρτήσεις. Αν δεν μεροληπτούσε, ατομικά ή συντακτικά (η γραμμή του Μέσου/ιδιοκτήτη πάνω από την αλήθεια).
Ομοίως και σε συλλογικό επίπεδο. Είδαμε προχθές τον Πρωθυπουργό κ. Τσίπρα σε ένα κρεσέντο ψεύδους, που κορυφώθηκε όταν απείλησε όσους τολμούν να έχουν άλλη ανάγνωση της θητείας του από εκείνον, όσους καταλογίζουν σε αυτόν τα 50 δισ. ευρώ κόστος στο κράτος από την «περήφανη διαπραγμάτευση» και δεν αποδέχονται το ασόβαρο και εκτός πραγματικότητας «ελαφρύναμε τον προϋπολογισμό κατά 20 δισ.» αναφερόμενος στα 20 δισ. που δε δανειστήκαμε για τις τράπεζες, τα οποία δεν περνάνε φυσικά από κανέναν προϋπολογισμό με την έννοια των μέτρων. Ο Πρωθυπουργός απάντησε έτσι σε όσους του καταλογίζουν ευθύνες για την απώλεια 25 δισ. από το κρατικό χαρτοφυλάκιο σε τραπεζικές μετοχές - αυτές που πήραμε για τα λεφτά που έχουμε ήδη δώσει! Τις μηδένισε! «Άστα κι αυτά»;
Η χώρα χρειάζεται κατεπειγόντως μία ένεση αλήθειας. Έναν ορό, που θα μπει στο σύστημα και θα το διατρέξει, από τα μικρά κόμματα που κάποτε κυβέρνησαν και μπορούν να φανούν πάλι χρήσιμα αν αυτοκαθαρθούν (με τα έμπειρα και καταρτισμένα στελέχη τους), μέχρι τα Μέσα και τους πρωταγωνιστές του πολιτικού συστήματος.
Μόνο έτσι θα υπάρξει λύση, μόνο έτσι θα υπάρξει επόμενη μέρα και συζήτηση πάνω σε προτάσεις. Όσο δεν το κάνουμε, θα συνεχίσουμε να αναλώνουμε το μέλλον μας, τα απογεύματα, στα δελτία των 8, ακούγοντας τι είπε ο ένας στον άλλον και τι έγραψε για αυτά ένας τρίτος, σε ένα παραπολιτικό γαϊτανάκι που έχει έναν και μοναδικό σκοπό: τη διατήρηση των προσώπων που πρωταγωνιστούν σε αυτό, των ειδικών σχέσεων και όσων μας έφτασαν εδώ. Γιατί τα γεγονότα για έναν τοξικό πολιτικό παίκτη, θα ήταν δηλητήριο. Θα τον αφάνιζαν.