Στη χώρα του “ξέρεις ποιός είμαι εγώ” συνηθίζουμε να βάζουμε τις δύσκολες αλήθειες κάτω από το χαλί.
Εβδομήντα χρόνια μετά τη λήξη του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου μιλάμε για γερμανικές αποζημιώσεις, αλλά ακόμα δεν έχουμε πει τι απέγιναν οι περιουσίες των Ελλήνων Εβραίων πολιτών της Θεσσαλονίκης. Ποιοί συμπατριώτες μας τις πήραν στα χέρια τους, πώς και πού βρίσκονται σήμερα;
Τιμούμε τους οπλαρχηγούς της Επανάστασης την 25η Μαρτίου, τις μεγάλες οικογένειες της εποχής δηλαδή, ενώ τιμούμε ξέχωρα τον Καποδίστρια για το έργο του αποσιωπώντας επιμελώς τη σχέση των δύο μερών - μία σύγκρουση που εν πολλοίς συνεχίζεται ακόμα και στις μέρες μας μεταξύ όσων θέλουν να κρατήσουν τη χώρα βιλαέτι τους κόντρα σε κάθε διεθνή ή εγχώρια πραγματικότητα και όσους επιθυμούν κανόνες για όλους και τελικά ισότητα και ισοπολιτεία.
Με την ίδρυση του ελληνικού κράτους αποφασίστηκε η απόκτηση πολεμικού στόλου. Η προμήθεια της φρεγάτας “Ελλάς” πέρασε από τα χίλια κύματα: πολιτικές συνεννοήσεις, δικαστικούς αγώνες στη Νέα Υόρκη, απόφαση της Αμερικανικού Κογκρέσου να αγοράσει τη δεύτερη φρεγάτα που είχαμε παραγγείλει για να αποδεσμευτεί η “Ελλάς”, ανταρσία στο ταξίδι της από την Αμερική μέχρι το Ναύπλιο το1826 και άλλα πολλά [wikipedia].
Σχεδόν δέκα χρόνια μετά την παραλαβή της, ο Κοντόσταυλος, ο άνθρωπος που διαπραγματεύτηκε τη λύση (κινδυνεύαμε να καταλήξουμε χωρίς καμία από τις δύο φρεγάτες που παραγγέλθηκαν αρχικά παρά τα δανεικά που είχαν ήδη πληρωθεί) κατηγορήθηκε για χρηματισμό και διώχθηκε, ενώ η φρεγάτα βυθίστηκε μόλις πέντε χρόνια μετά την παραλαβή της από τον Ανδρέα Μιαούλη στη Στάση της Ύδρας! Στην κόντρα των οπλαρχηγών με τον Καποδίστρια ενάντια στην εγκαθίδρυση κεντρικής δημοκρατικής διοίκησης αντί για τα τοπικά καπετανάτα καθενός τους. Μετά τη βύθιση της φρεγάτας, τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, ο Μιαούλης παραπέμφθηκε σε δίκη μαζί με τους υπόλοιπους στασιαστές οπλαρχηγούς και παρά την αμνηστία που τους προσφέρθηκε από τον Καποδίστρια με όρο την παύση των εχθροπραξιών ενάντια στο κράτος, τον δολοφόνησαν για να παύσει έτσι τελικά η δίωξη τους!
Γιατί είναι σημαντικό να λέμε τις ιστορίες ως έχουν, με όλες τις συνδέσεις μεταξύ κάθε Μιαούλη και Καποδίστρια, αντί για τα ψεύδη και τις μισές αλήθειες στις οποίες επιμένουμε για δύο αιώνες τώρα; Για να μην επαναλαμβάνουμε τις ίδιες αθλιότητες. Απλό είναι. Όπως και το ρόλο του καθενός σε κάθε προσπάθεια για πρόοδο, ακόμα κι αν ο κάποιος είναι η Εκκλησία της Ελλάδας και το θέμα μας είναι ο πραγματικός ρόλος της κατά την Επανάσταση του 1821, ή την πολεμική της ενάντια στο Διαφωτισμό. Μόνο έτσι, για παράδειγμα οι άνθρωποι στα συλλαλητήρια του Μακαριστού Χριστόδουλου θα ήξεραν ακριβώς σε τι συμμετέχουν - σε ποιά μεριά πολεμάνε - όταν μαζεύονταν στα συλλαλητήρια για τις ταυτότητες. Ομοίως με τον εύκολο πολιτικό λόγο, τα “Πινοσέτ” του πρόσφατου παρελθόντος και τα συνθήματα των πλατειών του 2011 - δεν ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία μας που ακούστηκαν αδίκως τέτοιες κατηγορίες [βλ. υποσημείωση στο τέλος του άρθρου]**. Κι ο Μιαούλης όταν βύθιζε τη φρεγάτα Ελλάς “Ρώσο και τύραννο” αποκαλούσε τον Καποδίστρια...
Σχεδόν διακόσια χρόνια μετά την Επανάσταση και έχοντας χρεοκοπήσει για μία ακόμη φορά στην ιστορία μας, αφού ακόμα πολεμάμε για όσα προσπαθούσε από τότε ο Καποδίστριας, υπήρξε μία διαπραγμάτευση με τις σημερινές “ξένες δυνάμεις” για ένα πρόγραμμα που θα προστάτευε τους πολλούς - αυτούς που δεν είχαν 5, 10 ή 500 εκατομμύρια ευρώ στο εξωτερικό. Το πρόγραμμα εκτός από τη δημοσιονομική προσαρμογή είχε και μεταρρυθμίσεις για τη δικαιοσύνη, τη διαφάνεια, τον τρόπο που ασκούμε τα επαγγέλματα μας, τις τράπεζες, το μεγάλο κεφάλαιο και τη φορολόγηση του, όπως και τους μηχανισμούς ελέγχου και διοίκησης.
Τι κάναμε;
Αφεθήκαμε στο μηντιακό πόλεμο όσων είχαν συμφέρον να μείνει η χώρα καπετανάτο τους, έναν πόλεμο στον οποίο συνέπραξαν καιροσκόποι και διεφθαρμένοι, επιλέξαμε ξανά και ξανά τη σκληρή φορολογική αφαίμαξη των πολιτών αντί για μεταρρυθμίσεις και ρίξαμε το φταίξιμο αυτών των δικών μας αποφάσεων σε όσους μας δάνεισαν για να μην πεινάσουμε· στους Ευρωπαίους. Σε αυτή τη μάχη ήταν αυτονόητη η χρησιμότητα των εθνικιστών οι οποίοι απέκτησαν αίφνης χρηματοδότες και δημοσιότητα, ενώ φτάσαμε να έχουμε και ΧΑ-chic με τον κ. Κασσιδιάρη να μοστράρει σε πρωτοσέλιδα φορομπλεγμένων με τη σβάστικα στο ένα μπράτσο και τα ξανθά μοντέλα/φιλενάδες του στο άλλο! Έτσι είναι. Αν έχεις τα φασισταριά να εκτείνουν τα άκρα του πολιτικού φάσματος ο αντι-ευρωπαϊσμός γίνεται κάτι τετριμμένο, απλό, σχεδόν συστημικό, αποδεκτό ακόμα και από την αριστερά. Κάπως έτσι φτάσαμε στη γελοιογραφία της κομματικής εφημερίδας “Αυγή” που εμφάνισε τον Γερμανό ΥΠΟΙΚ ως ναζί - λες και δεν ξέρουμε τι σημαίνει αυτό για ένα λαό που έχει μετανιώσει έμπρακτα μέχρι εκεί που δεν έχει για τα εγκλήματα ενός ημίτρελου εθνικοσοσιαλιστή, ενός ‘καμένου’, που εκμεταλλεύτηκε έξυπνα το κεφάλαιο και τα Μέσα της εποχής του για να καβαλήσει το κύμα του Κραχ και των υπερβολών στη συμφωνία λήξης του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου.
Την κυβέρνηση του “προδότη”, “Πινοσέτ” Παπανδρέου την ρίξαμε στους 18 μήνες και μετά την παρένθεση Παπαδήμου φέραμε αυτήν που βρήκε σκόπιμο να επαναφέρει τα φορολογικά και μισθολογικά προνόμια ένστολων και Εκκλησίας, αυτής που έδειξε κατανόηση στο κάθε Βατοπέδι, έκανε ιδιωτικοποιήσεις με έναν ενδιαφερόμενο, ενώ είχε για Γραμματέα της τον συνομιλητή της ΧΑ, τον κ. Μπαλτάκο, που παραδέχτηκε ανοιχτά τη συνεργασία του με την Χρυσή Αυγή όταν το επέβαλλε το “Εθνικό Φρόνημα”! Και συνεχίσαμε να μην αλλάζουμε τίποτα στο κράτος μας. Τουναντίον, αναιρέσαμε κι ότι είχε προλάβει να κάνει η κυβέρνηση Παπανδρέου. Μεταξύ αυτών ήταν η εξαίρεση των υπαλλήλων του Υπ. Οικονομικών από το “νόμο Ραγκούση" για την αξιολόγηση στις προαγωγές. Πολύ τους θύμωσε αυτό...
Σε μία τέτοια συγκυρία βρέθηκε πως κάποιος είχε αφαιρέσει από τη λίστα Λαγκάρντ τρία έγγραφα συγγενών του μνημονιακότερου όλων, του Γιώργου Παπακωνσταντίνου, αυτού που επέβαλλε νέους μηχανισμούς ελέγχου (όπως τον Οικονομικό Εισαγγελέα) και πρόστιμα στους σύγχρονους “οπλαρχηγούς” της χώρας. Ποιός διακίνησε αυτή την παραποιημένη λίστα, πώς ήρθε στην κατοχή του και αν είχε κίνητρο και ευκαιρία να την παραποιήσει ο ίδιος ή άλλος για λογαριασμό τρίτων για να στοχοποιήσει τον πρώην υπουργό δεν απασχόλησε ποτέ την ελληνική δικαιοσύνη. Όπως δεν απασχόλησε την Εξεταστική Επιτροπή των αντιμνημονιακών καιροσκόπων, αυτών που έβγαιναν από την αίθουσα για τσιγαράκι με τους δημοσιογράφους και δήλωναν χαλαροί πως “ψάχνουν να βρουν κατηγορία γιατί το παραπεμπτικό ήταν στον αέρα”! Είχε αναιρεθεί ήδη από την δεύτερη αποστολή στοιχείων του τότε υπ. Δικαιοσύνης κ. Ρουπακιώτη προς τη Βουλή.
Την παραμονή της Εθνικής Επετείου εκδόθηκε η απόφαση από το Ειδικό Δικαστήριο. Μία απόφαση που διαβάζεται ως συμβιβασμός μεταξύ της μη γελοιοποίησης του πολιτικού προσωπικού που τον παρέπεμψε σε δικη (και της “δίψας για αίμα” που έχτισε στον κόσμο μαζί με τα Μέσα) και του δικαίου που θα ήταν η πλήρης αθώωση αφού είναι αδύνατον να πιστοποιήσεις την αλλοίωση ενός αρχείου που δεν υπάρχει πια αφού ο πρώην εισαγγελέας κ. Διώτης κατέστρεψε το στικάκι που του παρέδωσε ο υπουργός. Αναρωτιέται κανείς τι προϋπηρεσία θα έπρεπε να έχει ο συγκεκριμένος για να ξέρει πως ΔΕΝ καταστρέφουμε στοιχεία και έγγραφα ελαφρά τη καρδία…
Είμαστε πλέον στην πέμπτη κυβέρνηση εντός Μνημονίου, ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης κατηγορείται για σύγκρουση συμφερόντων (conflict of interest) αλλά ουδείς τον παραιτεί - ούτε ο Πρωθυπουργός, ούτε η αξιοπρέπεια του - και η Υφήλιος περιμένει για μία ακόμα φορά μία νέα Λίστα Βαρουφάκη με εξειδικευμένα μέτρα και μεταρρυθμίσεις. Του κ. Βαρουφάκη που μας γελοιοποίησε διεθνώς ψευδόμενος σε γερμανικό κανάλι για μία αστεία χειρονομία από το παρελθόν. Δεν ήταν η χειρονομία το θέμα, αλλά η ευκολία με την οποία είπε ψέματα για να την καλύψει. Με την ίδια ευκολία που τρόλαρε τον Γερμανό ομόλογο του με δηλώσεις θαυμασμού, με την ίδια ευκολία που ενέπλεξε την Ιταλία στο ελληνικό πρόβλημα για να εισπράξουμε και από εκεί την οργή τους, με την ίδια ευκολία με την οποία φωτογραφίζεται για ένα διήμερο για το Paris Match και μετά το καταγγέλλει για την αισθητική του την ώρα που η χώρα οδηγείται σε δημοσιονομική ασφυξία, με την ίδια ευκολία που κρέμασε τον κ Ντάισελμπλουμ εν μέσω συνέντευξης τύπου, με την ίδια ευκολία που προχθές μίλησε για βέβαιη και επικείμενη “ρήξη” και ζητούσε τη στήριξη των πολιτών από τα Χανιά.
Και απορεί κανείς, έχει καταλάβει ο Πρωθυπουργός ποιά χώρα κυβερνά, ποιό είναι το πλαίσιο και σε ποιούς έχει αναθέσει τα σημαντικότερα χαρτοφυλάκια; Έχει μελετήσει την ιστορία του τόπου, έστω αυτός; Ή τον συνεπήρε και αυτόν, μόλις δυο μήνες μετά την εκλογή του, το παιχνίδι της καρέκλας και το πώς θα παραμείνει σε αυτή με κάθε κόστος. Κόστος των πολλών κ. Τσίπρα. Κόστος ανείπωτο, σαν αυτό του Εθνικού Νομίσματος ή του διπλού.
Κυριακή κοντή γιορτή. Θα καταλάβουμε τη Δευτέρα, όταν δοθεί η λίστα στη δημοσιότητα.
____________
**Από τη wikipedia για την “Στάση της Ύδρας” που κατέληξε στη βύθιση της φρεγάτας “Ελλάς” και τελικά τη δολοφονία Καποδίστρια:
“Στις μεταρρυθμίσεις και στον τρόπο διακυβέρνησης του κράτους αντιτάχθηκαν κυρίως οι οικογένειες των Μαυρομιχαλέων και των Κουντουριωτέων καθώς και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος έχοντας την ηθική συμπαράσταση του Κοραή. Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, αρχηγός της οικογένειας των Μαυρομιχαλέων, αντιπροσώπευε τη γαλλική παράταξη ενώ ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και ο Λάζαρος Κουντουριώτης την αγγλική. Και οι δύο όμως παρατάξεις συνεργάστηκαν προκειμένου να διώξουν τον Ρωσόφιλο, όπως τον χαρακτήριζαν, Ιωάννη Καποδίστρια.
Γρήγορα λοιπόν η Μάνη, προπύργιο της οικογενείας Μαυρομιχάλη, και η Ύδρα, προπύργιο της οικογένειας Κουντουριώτη, εξελίχτηκαν σε αντικαποδιστριακά κέντρα. Στην Ύδρα και στη Μάνη οι πρόκριτοι ξεκίνησαν τις επαφές και με προκρίτους άλλων περιοχών για την προετοιμασία εξέγερσης. Ο Μιαούλης παρόλο που είχε ευεργετηθεί από τον Καποδίστρια, προσχώρησε στην ομάδα των Υδραίων προκρίτων.
Στα μέσα Ιουλίου του 1831 ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης υποκίνησε εξέγερση στη Μάνη αναγκάζοντας τον Καποδίστρια να στείλει στρατιωτικά σώματα για να την καταστείλει. Τη 14η Ιουλίου οι Μιαούλης και Κριεζής με 200 Υδραίους στρατιώτες κατέλαβαν τον ναύσταθμο στον Πόρο επειδή έμαθαν ότι ο στόλος ήταν έτοιμος να κινηθεί κατά της Ύδρας. Η φρουρά του νησιού στάθηκε ανίκανη να τους αντιμετωπίσει, αφού στήριξη από το ναυτικό δεν υπήρξε.
Ο Μιαούλης μαζί με τον Μαυροκορδάτο προσπάθησαν να πείσουν τον Κωνσταντίνο Κανάρη να συνταχθεί μαζί τους χωρίς όμως επιτυχία. Αμέσως έσπευσαν οι αντιπρέσβεις των τριών μεγάλων δυνάμεων προκειμένου να διαπραγματευθούν. Ο Μιαούλης στις συναντήσεις αυτές, ως διοικητής του ναυστάθμου του Πόρου πια, είχε βαρύνουσα γνώμη. Ήταν όμως ανέφικτος πια κάθε συμβιβασμός. Σύμφωνα με τον Γάλλο πλοίαρχο Vaillant που βρισκόταν εκείνη την εποχή στον Πόρο, σε κατ' ιδίαν συνάντηση του με τον Μιαούλη ο δεύτερος αποκάλεσε τον Καποδίστρια, Ρώσο και τύραννο.
Οι Άγγλοι και οι Γάλλοι αιφνιδιάζοντας τους εξεγερμένους τάχθηκαν υπέρ της νόμιμης κυβέρνησης και απαίτησαν την παράδοση των επαναστατών. Έτσι οι Αγγλικοί, Γαλλικοί και Ρωσικοί στόλοι είχαν αποκλείσει τα λιμάνια του Πόρου και της Ύδρας ώστε να μην επιτραπεί η ένωση των στόλων των επαναστατών. Ο ελλιμενισμένος εθνικός στόλος στον Πόρο ήταν υπό την αρχηγία του Μιαούλη ενώ μια μικρή μοίρα ήταν υπό την αρχηγία του Κανάρη, που δεν δεχόταν να υπακούσει στους επαναστάτες.
Και ενώ ο Άγγλος και ο Γάλλος ναύαρχος έπλευσαν προς το Ναύπλιο για να συσκεφθούν με τους αντιπρέσβεις, ο Ρώσος ναύαρχος Ρίκορντ ανέλαβε να εφαρμόσει, μόνος αυτός, τις οδηγίες του Καποδίστρια. Απέκλεισε τους αντάρτες, ήρθε σε προστριβές μαζί τους, τίναξε στον αέρα τη «Νήσο των Σπετσών», αιχμαλώτισε ένα ακόμη πλοίο και τελικά εξώθησε τον Μιαούλη στο «Μεγαλουργόν έγκλημα». Το πρωί της 1ης Αυγούστου 1831 ο Μιαούλης, όπως είχε προειδοποιήσει τον Ρίκορντ, ανατίναξε τη φρεγάτα «Ελλάς» και την κορβέτα «Ύδρα».
Με εγκύκλιο του ο Καποδίστριας πληροφορεί τον ελληνικό λαό για τα γεγονότα στον Πόρο ενώ ο Κωνσταντίνος Κανάρης ανέφερε σε επιστολή του προς τον Καποδίστρια:
«Εν Πόρω 1 Αυγούστου 10 1/2 ώρας προς μεσημβρίας. Ο Μιαούλης παρέδωκεν εις τας φλόγας την Ελλάδα και την κορβέτταν η Ύδρα. Είθε παραδοθή το όνομα του αυτουργού τοιαύτης πράξεως βαρβαροτάτης εις αιώνιον ανάθεμα! Τα στρατεύματα κατέλαβον την πόλιν, το φρούριον και τα διασωθέντα ατμοκίνητα. Ευρέθησαν δε εις τ'ατμοκίνητα αυτά εις τον ναύσταθμον και εις τας αποθήκας φιτύλια εις τα υπονόμους, αι οποία έμελλον να αποκαταστήσουν τον Πόρον σωρόν ερειπίων και φαίνεται ότι ολίγον έλειψεν ώστε να τελειώσουν ο Μιαούλης και οι συναίτιοι του τοιαύτην πράξιν καταστροφής και ερημώσεως».[22]
Η πράξη του Μιαούλη ξεσήκωσε την γενική κατακραυγή όλων των σημαινόντων προσωπικοτήτων, εκτός βέβαια από αυτών της Μάνης και της Ύδρας. Το αν ο Μιαούλης έγινε όργανο του Μαυροκορδάτου δεν εξακριβώθηκε ακόμα, χωρίς εν πάση περιπτώσει να δικαιολογείται η πράξη της πυρπόλησης του στόλου. Ο Κωνσταντίνος Κούμας θα σημειώσει:
«Αγαθέ ποτέ Μιαούλη κοσμοπεριβόητε δια τας κατά των εχθρών ανδραγαθίας σου πως έστερξας να γείνης όργανον αδικίας ανηκούστου και να περικαλύψης με όνειδος την μέχρι τούδε με κλέος στεφανωμένην κεφαλήν σου;».
Σίγουρη είναι πάντως η μεταμέλεια του Μιαούλη αφού σύμφωνα με τον Νικόλαο Δραγούμη, ο Μιαούλης είχε πει στον Σπυρίδωνα Τρικούπη το 1833:
«Αν σε είχα σιμά μου εις τον Πόρον να με συμβουλεύσης οταν αποφάσισα να καύσω την φρεγάτα δεν θα την έκαια».
Στις 13 Αυγούστου παραπέμφθηκαν σε δίκη, αν και δεν είχαν συλληφθεί, ενώ στις 14 Αυγούστου ο Καποδίστριας τους διεμήνυσε ότι σε περίπτωση που σταματήσουν τις εχθρικές τους ενέργειες προς την κυβέρνηση, «η κυβέρνησις είναι έτοιμη να λησμονήση τα παρελθόντα προς χάριν αυτών». Τελικά όλα έληξαν με τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια στο Ναύπλιο στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831.